Monthly Archives: April 2013

524771_351790134920965_1395688099_n

Aπό Ελλας Ελλας Μην Γινεσαι Ραγιας.

Βρέθηκαν 400.000 κομμάτια παπύρων γραμμένα από τους προγόνους μας και που με μια καινούργια μέθοδο μπορούν να διαβαστούν .

H έγκυρη βρετανική εφημερίδα Independent σε ένα άρθρο της έγραψε… “Eureka! Εκπληκτική ανακάλυψη αποκαλύπτει τα μυστικά των αρχαίων Ελλήνων” .

Χιλιάδες χειρόγραφα που έως τώρα δεν μπορούσαμε να διαβάσουμε και που περιέχουν σπουδαία κείμενα της κλασσικής φιλολογίας τώρα μπορούν να διαβαστούν για πρώτη φορά με μια τεχνολογία που πιστεύεται ότι θα ξεκλειδώσει τα μυστικά των αρχαίων ελλήνων .

Μεταξύ των άλλων θησαυρών που έχουν ήδη ανακαλυφθεί από μια ομάδα επιστημόνων του Παν/μίου της Οξφόρδης υπάρχουν και άγνωστα έως τώρα έργα κλασσικών γιγάντων όπως ο Σοφοκλής, ο Ευριπίδης και ο Ησίοδος.

Αόρατη με το κοινό φώς, η ξεβαμμένη μελάνη γίνεται καθαρά ορατή κάτω από υπέρυθρο φώς, με τεχνικές ανάλογες με την επισκόπηση από δορυφόρους.

Τα κείμενα της Οξφόρδης αποτελούν μέρος ενός μεγάλου αριθμού παπύρων που βρέθηκαν στα τέλη του 19ου αιώνα σε έναν αρχαίο σκουπιδότοπο της ελληνο-αιγυπτιακής πόλης του Οξυρύγχου. Απομένουν χιλιάδες κείμενα να διαβαστούν μέσα στην επόμενη δεκαετία, περιλαμβανομένων έργων του Οβιδίου και του Αισχύλου.

Υπάρχουν περίπου 400,000 κομμάτια παπύρων φυλαγμένα σε 800 κιβώτια στην Βιβλιοθήκη Sackler της Οξφόρδης και αποτελούν το μεγαλύτερο όγκο κλασσικών ελλήνων χειρογράφων του κόσμου. Οι ακαδημαϊκοί χαιρέτησαν με ενθουσιασμό την νέα ανακάλυψη η οποία μπορεί να οδηγήσει σε αύξηση κατά 20% των σωζόμενων ελληνικών έργων.

Μέσα στα έως τώρα άγνωστα κείμενα που κατόρθωσαν να διαβάσουν με την τεχνική αυτή, περιλαμβάνονται τμήματα της χαμένης από καιρό τραγωδίας «Επίγονοι» του Σοφοκλή, μέρος μιας χαμένης νουβέλας του έλληνα συγγραφέα Λουκιανού του 2ου αιώνα, άγνωστο κείμενο του Ευριπίδη, μυθολογική ποίηση του ποιητή Παρθένιου του 1ου αι. π.Χ, έργο του Ησίοδου του 7ου αι., και ένα επικό ποίημα του Αρχίλοχου, ενός διαδόχου του 7ου αι. του Ομήρου, που περιγράφει γεγονότα που οδήγησαν στον Τρωικό πόλεμο.

«Είναι τα πιο φανταστικά νέα. Υπάρχουν δύο πράγματα εδώ. Το πρώτο είναι πόσο φοβερά επηρέαζαν τις επιστήμες και τις τέχνες οι Έλληνες. Το δεύτερο είναι….πόσο λίγα από τα γραπτά τους σώζονται » λένε οι άγγλοι επιστήμονες.

 

 

ΚΑΡΑΤΙΑ

72596_339603856144532_2051588862_n από γφ βοτανική.

Το πιο καθαρό χρυσάφι στον κόσμο…..

Οι αρχαίοι Έλληνες ανακάλυψαν ότι οι σπόροι του ξυλοκέρατου (χαρουπιά, Ceratonia siliqua) έχουν πάντα το ίδιο βάρος (περίπου 0,20 γρ.) και για αυτό το λόγο το χρησιμοποιούσαν για να μετρήσουν το βάρος των πολύτιμων μετάλλων. Οι συνδιαλλαγές τους ήταν με τους Άραβες, οι οποίοι άκουγαν από τους Έλληνες τη λέξη «ξυλοκεράτια»… «κεράτια»….. «ΚΑΡΑΤΙΑ»!!!!! Τα γνωστά καράτια του χρυσού ! ! ! (για να θυμούνται οι παλιοί… και να μαθαίνουν οι νέοι!)…

ΕΥΧΙΔΑΣ Ο ΔΡΟΜΕΑΣ

Ευχίδας – Ο δρομέας που έδωσε την ζωή του για να φέρει το ιερό πυρ των Δελφών στις Πλαταιές

 

Καλοκαίρι του 479 π.Χ. και η Μάχη των Πλαταιών μόλις έχει τελειώσει. Οι Έλληνες για μια φορά ακόμα κατάφεραν να αναχαιτίσουν τους Πέρσες εισβολείς. Οι εναπομείναντες Πέρσες παίρνουν την άγουσα για την επιστροφή αφήνοντας πίσω αφήνοντας πίσω τους ερειπωμένους Ναούς, καμένα Ιερά Άλση και κατεστραμμένους Βωμούς.


Οι Έλληνες με κοινό ψήφισμα αποφασίζουν για πενήντα χρόνια να μην τα αναστηλώσουν ώστε οι επόμενες γενιές να μην ξεχάσουν την βαρβαρότητα τους… Οι Πλαταιείς όμως πρέπει να εξαγνίσουν την Πόλη από το μίασμα που άφησαν πίσω τους οι βάρβαροι. έχουν μολύνει το πυρ που έκαιγε στον βωμό της. Το μίασμα θα φέρει κακοτυχία, λιμούς, δεινά.

Οι τελετές δεν θα έχουν αποτέλεσμα, οι Θεοί θα αποστρέψουν το προστατευτικό βλέμμα Τους από την ακάθαρτη Πόλη. Θα παραμείνει κατακτημένη και χωρίς τους βαρβάρους. Οι Πλαταιείς πολίτες θεωρούν ότι ο τόπος τους μολύνθηκε από την παρουσία των βαρβάρων εισβολέων και συμφωνούν στο ότι το άσβεστο πυρ της πόλης θα πρέπει να αντικατασταθεί με νέο από τους Δελφούς.

Οι άρχοντες της Πόλεως καλούν αμέσως μετά την μάχη τον οπλίτη-ημεροδρόμο Ευχίδα. Δεν υπάρχει ούτε σκέψη να περιμένουν έστω και μια νύκτα για ξεκούραση. Το μίασμα είναι υψίστης προτεραιότητος. Κάθε καθυστέρηση εξαγνισμού αποτελεί ανόσια πράξη και ύβρη προς τους Θεούς της Πόλεως. Το έργο αναλαμβάνει ο οπλίτης ημεροδρόμος Ευχίδας, ο οποίος καλείται να πάει τρέχοντας μέχρι τους Δελφούς και να επιστρέψει φέρνοντας καθαρή καινούργια φωτιά, που θα την πάρει από το ιερό του Απόλλωνα στους Δελφούς.

Ο Ευχίδας ήταν πολεμιστής στην μάχη των Πλαταιών, περίφημος για την ταχύτητά του στο τρέξιμο Ο Ευχίδας πρέπει να πάει στους Δελφούς και να φέρει εξαγνισμένο πυρ από τον Ναό του Απόλλωνος και να γυρίσει πίσω. Τρέχοντας, πρέπει να καλύψει μία απόσταση 1000 σταδίων, ισοδύναμη με 200 χιλιόμετρα μέσα από χαράδρες, στενά μονοπάτια, άλση και βουνά.

Η απόσταση είναι τεράστια, η κόπωση από την μάχη μεγάλη. Όμως είναι ο ημεροδρόμος της Πόλεως των Πλαταιών. Η φυσική του αντοχή σε μεγάλες αποστάσεις είναι μεγαλύτερη των συμπατριωτών του. Η αποστολή του Ιερή.

Ο Ευχίδας ξεκινά και περνώντας δάση, βουνά και ρεματιές, φτάνει στον προορισμό του, θα εξαγνιστεί στην Κασταλία Πηγή, θα φορέσει δάφνινο στεφάνι, θα πάρει το Ιερό Πυρ και θα επιστρέψει σε 24 ώρες στις Πλαταιές για να το παραδώσει.

Όταν άναψε το πυρ στον βωμό που είχε στηθεί για τον εορτασμό της νίκης στη μάχη, ασπάσθηκε τους συμπολεμιστές του και απεβίωσε.

Οι Πλαταιείς τον ενταφίασαν στο ιερό της Ευκλείας Αρτέμιδας, χαράζοντας επάνω στον τάφο του, σύμφωνα με τον Πλούταρχο, το επίγραμμα: “Ευχίδας Πυθώδε τρέξας ήλθοε τώδ’ αυθημερόν” (Πλουτάρχου Αριστείδης, 20)

Ο ηρωικός ημεροδρόμος έτρεξε σύμφωνα με τις μαρτυρίες, περίπου 1.000 στάδια (δηλαδή περίπου 200 χιλιόμετρα!! Σήμερα, έχει θεσπισθεί και ο Ευχίδειος Άθλος, ιστορικός αγώνας υπεραποστάσεων, με πολύχρονη παρουσία στα αθλητικά δρώμενα της χώρας μας.

O ΠΙΚΑΣΟ, Η ΤΕΧΝΗ ΚΑΙ Η ΣΤΑΣΗ ΜΑΣ ΠΡΟΣ ΑΥΤΗΝ.

Ο Πάμπλο Πικάσσο πέθανε στις 8 Απρίλη του 1973. Μέσα από τα παρακάτω λόγια του ας τον θυμηθούμε και ας αναλογιστούμε και εμείς την στάση και κρίση μας προς την τέχνη.

«Στην τέχνη, ο λαός δεν αναζητά πλέον ανακούφιση και εξύψωση. Αλλά οι λεπτεπίλεπτοι, οι πλούσιοι , οι αργόσχολοι για να ξεχωρίσουν από το λαό αναζητούν το καινούριο ,το παράδοξο , το ασυνήθιστο, το σκανδαλώδες. Και εγώ, από τον κυβισμό και έπειτα, ικανοποίησα τους σοφούς και τους κριτικούς με όλες τις ευμετάβλητες σαχλαμάρες που μου έρχονταν στο κεφάλι, και όσο λιγότερο με καταλάβαιναν τόσο περισσότερο με θαύμαζαν. Με το να διασκεδάζω με αυτά τα παιχνίδια ,αυτές τις κουταμάρες, αυτές τις σπαζοκεφαλιές , έγινα διάσημος, και μάλιστα πολύ γρήγορα. Και η διασημότητα για ένα ζωγράφο σημαίνει πωλήσεις, κέρδη, περιουσία ,πλούτη. Και σήμερα- όπως ξέρεις – είμαι διάσημος, είμαι πλούσιος. Αλλά όταν βρίσκομαι μόνος με τον εαυτό μου, δεν έχω το κουράγιο να θεωρούμαι καλλιτέχνης με τη μεγάλη και τη παλιά σημασία της λέξεως. Αυτοί ήταν μεγάλοι ζωγράφοι, ο Τζιότο, ο Ρέμπραντ ο Τισιάνος , ο Γκόγια. Δεν είμαι παρά ένας κοινός σαλτιμπάγκος, που κατάλαβε το πνεύμα των καιρών του και εξήντλησε όσο καλύτερα μπορούσε τη βλακεία, τη ματαιοδοξία, τη φιλοχρηματία των συγχρόνων του. Είναι πικρή η εξομολόγηση μου, πιο θλιβερή απόσο φαίνεται, αλλά έχει τη χάρη να είναι ειλικρινής».
Αγαπητοί αναγνώστες, Αν κάποιο έργο τέχνης δες σας αρέσει, σας απωθεί ή σας προκαλεί αηδία μη διστάζετε να εξωτερικεύσετε τα αισθήματα σας. Μπορεί να έχετε εσείς περισσότερο δίκιο από εκείνους που προσποιούνται ότι εκστασιάζονται επειδή δεν τολμούν να εκφραστούν ειλικρινώς, φοβούμενοι μήπως θεωρηθούν ακαλλιέργητοι. Η απάτη και ο τυχοδιωκτισμός θάλλουν και στο χώρο των καλλιτεχνών, όπως και παντού αλλού.
(Από συνέντευξη του Πικάσο στο διάσημο συγγραφέα Τζιοβάνι Παπίνι ).
Για το Βήμα Γιάννης Μαρίνος.Pablo Picasso Minotauro

 

Εικόνα: Ο Πικάσο ως Μινώταυρος.

ΘΥΜΑΣΤΕ, Η ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΖΗΤΗΣΕΤΕ ΤΗΝ ΒΟΗΘΕΙΑ ΤΗΣ ΜΝΗΜΟΣΥΝΗΣ;

ΜΜΜΜΜΜΜΜΜΜΜΜΜΜΜΜΜΜΜΜΜΜΜΜΜΜΜΜΜΜΜΜ
Η Μνημοσύνη ήταν Τιτανίδα, κόρη του Ουρανού και της Γαίας. Ήταν η προσωποποίηση της μνήμης, αφού βοήθησε στη διατήρηση των μύθων, πριν από την εισαγωγή της γραφής, μέσω της απομνημόνευσης. Ήταν προστάτης της προφορικής παράδοσης και των ποιητών. Το όνομά της Μνημοσύνη ετυμολογείται από τη μνήμη.

Να πώς περιγράφει ο J. Ρ. Vermant στο βιβλίο του «Μύθος και σκέψη στην αρχαία Ελλάδα» την ανάγκη θεοποίησης κατά την αρχαιότητα αυτής της βασικής ψυχολογικής λειτουργίας: «Η μνήμη δεν ξαναπλάθει τον χρόνο, αλλά ούτε και τον καταλύει. Γκρεμίζοντας το φράγμα που χωρίζει το παρόν από το παρελθόν, ρίχνει μια γέφυρα ανάμεσα στον κόσμο των ζωντανών και στον Αλλο Κόσμο, όπου ξαναγυρίζει κάθε τι που άφησε το φως του ήλιου».
Η διττή λειτουργία της «μυθικής μνήμης» ήταν συνεπώς να προσφέρει στους θνητούς ένα μαγικό όχημα αφ’ ενός για την υπέρβαση του ανθρώπινου χρόνου και αφ’ ετέρου για την πρόσβαση στην αιώνια θεϊκή πραγματικότητα, την οποία ταύτιζαν με την «α-λήθεια», με την απουσία δηλαδή της παραπλανητικής λήθης.

Για τον Πλάτωνα η αληθινή γνώση δεν είναι τίποτε άλλο παρά ανάμνηση και για αυτό δεν είναι ιδιαίτερα υπέρ του γραπτού κειμένου. Το κείμενο είναι κάτι άψυχο, κάτι που «κείται» σε μια σελίδα εν αντιθέσει με τον ζωντανό, προφορικό λόγο, που διατηρεί και την μνήμη ζωντανή.

“Γιατί τα γράμματα στις ψυχές εκείνων που θα τα μάθουν, θα φέρουν λήθη, μια κι αυτοί θα παραμελήσουν τη μνήμη τους, γιατί από εμπιστοσύνη στη γραφή θα φέρνουν τα πράγματα στη μνήμη τους απ’ έξω με ξένα σημάδια, όχι από μέσα, από τον εαυτό τους τον ίδιο. (Πλάτωνος Φαίδρος 275, απόδοση Ι.Θεοδωρακόπουλος).

Ας δούμε τώρα τι μας λέει και η μυθολογία για την γέννηση των Μουσών από την Μνημοσύνη.

«Κατά τη μυθική παράδοση ο Δίας, διέμενε στην Πιερία. Εκεί συνάντησε την ωραιότατη Μνημοσύνη, θυγατέρα του Ουρανού και της Γης και κατελήφθη υπό σφοδρού έρωτος δι’αυτήν. Μεταμορφωθείς εις ποιμένα, παρέπεισεν εις τον έρωτά του την Μνημοσύνην, μετά της οποίας εκοιμήθη εννέα νύκτας. Εκ της ενώσεως ταύτης του Διός και της Μνημοσύνης γεννήθηκαν αι εννέα Μούσαι, όμοιαι και με σύμφωνον γνώμην εις όλα.»

Σύμφωνα με τον Πίνδαρο, με τη γέννηση των Μουσών εκπληρώθηκαν οι επιθυμίες που είχαν εκφράσει οι Ολύμπιοι στον Δία, να μη λησμονηθούν οι αγώνες τους για την εδραίωση της τάξης στον κόσμο. Γι’ αυτό και λένε ότι το πρώτο τραγούδι τους ήταν η εξιστόρηση της Τιτανομαχίας και το δεύτερο ο ύμνος της νίκη των θεών και στη χαρά των πλασμάτων για την αρμονία που επικράτησε στο σύμπαν μετά τη νίκη αυτή.

Ο Ησίοδος λέει ότι η Μνημοσύνη ήταν η μητέρα των Πιερίδων, που δίνουν λησμονιά στα βάσανα και ανάπαυση από τις έγνοιες.
“[Ο Ζεύς]…αγάπησε την ομορφόμαλλη τη Μνημοσύνη, που απ’ αυτήν γεννήθηκαν οι χρυσοστέφανες οι Μούσες οι εννιά, που τους αρέσουν οι γιορτές και η τέρψις του τραγουδιού….στα βάσανά μας λησμονιά κι ανάπαυση απ’τις έγνοιες..”.” (Ησιόδου Θεογονία 915, 54)

Πηγές : “Νεώτερον εγκυκλοπαιδικόν λεξικόν “Ηλίου”, Ιωάννη Πασσά. -Άρθρο του Σπύρου Μανουσέλη στην ” Ελευθεροτυπία”  30/08/2008.
Εικ: Η Μνημοσύνη κατά τον Dante Gabriel Rossetti (1881).

ΑΚΑΘΙΣΤΟΣ ΥΜΝΟΣ

Ακάθιστος ύμνος επικράτησε να λέγεται ένας ύμνος «Κοντάκιο» της Ορθόδοξης Εκκλησίας, προς τιμήν της Υπεραγίας Θεοτόκου, από την όρθια στάση, που τηρούσαν οι πιστοί κατά τη διάρκεια της ψαλμωδίας του. Οι πιστοί έψαλλαν τον Ακάθιστο ύμνο όρθιοι, υπό τις συνθήκες που θεωρείται ότι εψάλη για πρώτη φορά, ενώ το εκκλησίασμα παρακολουθούσε όρθιο κατά την ακολουθία της γιορτής του Ευαγγελισμού, με την οποία συνδέθηκε ο ύμνος.


Ψάλλεται ενταγμένος στο λειτουργικό πλαίσιο της ακολουθίας του Μικρού Αποδείπνου, σε όλους τους Ιερούς Ναούς, τις πέντε πρώτες Παρασκευές της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, τις πρώτες τέσσερις τμηματικά, και την πέμπτη ολόκληρος. Είναι ένας ύμνος που αποτελείται από προοίμιο και 24 οίκους (στροφές) σε ελληνική αλφαβητική ακροστιχίδα, από το Α ως το Ω (κάθε οίκος ξεκινά με το αντίστοιχο κατά σειρά ελληνικό γράμμα), και είναι γραμμένος πάνω στους κανόνες της ομοτονίας, ισοσυλλαβίας και εν μέρει της ομοιοκαταληξίας.

Θεωρείται ως ένα αριστούργημα της βυζαντινής υμνογραφίας, η γλώσσα του είναι σοβαρή και ποιητική και είναι εμπλουτισμένος από κοσμητικά επίθετα και πολλά σχήματα λόγου (αντιθέσεις, μεταφορές, κλπ). Το θέμα του είναι η εξύμνηση της ενανθρώπισης του Θεού μέσω της Θεοτόκου, πράγμα που γίνεται με πολλές εκφράσεις χαράς και αγαλλίασης, οι οποίες του προσδίδουν θριαμβευτικό τόνο.

Κατά το έτος 626 μ.Χ., και ενώ ο Αυτοκράτορας Ηράκλειος μαζί με το βυζαντινό στρατό είχε εκστρατεύσει κατά των Περσών, η Κωνσταντινούπολη πολιορκήθηκε αιφνίδια από τους Αβάρους. Οι Άβαροι απέρριψαν κάθε πρόταση εκεχειρίας και την 6η Αυγούστου κατέλαβαν την Παναγία των Βλαχερνών. Σε συνεργασία με τους Πέρσες ετοιμάζονταν για την τελική επίθεση, ενώ ο Πατριάρχης Σέργιος περιέτρεχε τα τείχη της Πόλης με την εικόνα της Παναγίας της Βλαχερνίτισσας και ενθάρρυνε το λαό στην αντίσταση. Τη νύχτα εκείνη, φοβερός ανεμοστρόβιλος, που αποδόθηκε σε θεϊκή επέμβαση, δημιούργησε τρικυμία και κατάστρεψε τον εχθρικό στόλο, ενώ οι αμυνόμενοι προξένησαν τεράστιες απώλειες στους Αβάρους και τους Πέρσες, οι οποίοι αναγκάστηκαν να λύσουν την πολιορκία και να αποχωρήσουν άπρακτοι.

Στις 8 Αυγούστου, η Πόλη είχε σωθεί από τη μεγαλύτερη, ως τότε, απειλή της ιστορίας της. Ο λαός, θέλοντας να πανηγυρίσει τη σωτηρία του, την οποία απέδιδε σε συνδρομή της Θεοτόκου, συγκεντρώθηκε στο Ναό της Παναγίας των Βλαχερνών. Τότε, κατά την παράδοση, όρθιο το πλήθος έψαλλε τον από τότε λεγόμενο «Ακάθιστο Ύμνο», ευχαριστήρια ωδή προς την υπέρμαχο στρατηγό του Βυζαντινού κράτους, την Παναγία, αποδίδοντας τα «νικητήρια» και την ευγνωμοσύνη του «τῇ ὑπερμάχῳ στρατηγῷ».

Κατά την επικρατέστερη άποψη, δεν ήταν δυνατό να συνετέθη ο ύμνος σε μία νύκτα. Μάλλον είχε συντεθεί νωρίτερα και μάλιστα θεωρείται ότι ψαλλόταν στο συγκεκριμένο ναό, στην αγρυπνία της 15ης Αυγούστου κάθε χρόνου. Απλώς, εκείνη την ημέρα ο ύμνος εψάλη «ὀρθοστάδην», ενώ αντικαταστάθηκε το ως τότε προοίμιο («Τὸ προσταχθὲν μυστικῶς λαβὼνἐν γνώσει»), με το ως σήμερα χρησιμοποιούμενο «Τῇ ὑπερμάχῳ στρατηγῷ τὰ νικητήρια», το οποίο έδωσε τον δοξολογικό και εγκωμιαστικό τόνο, στον ως τότε διηγηματικό και δογματικό ύμνο.

Σύμφωνα, όμως, με άλλες ιστορικές πηγές, ο Ακάθιστος Ύμνος συνδέεται και με άλλα παρόμοια γεγονότα, όπως τις πολιορκίες και τη σωτηρία της Κωνσταντινούπολης επί των Αυτοκρατόρων Κωνσταντίνου του Πωγωνάτου (673 μ.Χ.), Λέοντος του Ισαύρου (717 – 718 μ.Χ.) και Μιχαήλ Γ΄ (860 μ.Χ.). Δεδομένων των τότε ιστορικών συνθηκών (εικονομαχική έριδα, κλπ.), δεν θεωρείται απίθανο, η Παράδοση να έχει αλλοιώσει την ιστορική πραγματικότητα, με αποτέλεσμα να καθίσταται πολύ δύσκολο να λεχθεί μετά βεβαιότητας ποιο ήταν το ιστορικό περιβάλλον της δημιουργίας του Ύμνου.

Σε όλη τη χειρόγραφη παράδοση, ο ύμνος φέρεται ως ανώνυμος, ενώ ο Συναξαριστής που τον συνδέει με τα γεγονότα του Αυγούστου του 626 μ.Χ. δεν αναφέρει ούτε το χρόνο της σύνθεσής του, ούτε τον μελωδό του. Το περιεχόμενό του πάντως απηχεί τις δογματικές θέσεις της Γ΄ Οικουμενικής Συνόδου (βλέπε 9 Σεπτεμβρίου), που συνήλθε στην Έφεσο, στη βασιλική της Θεοτόκου, το 431 μ.Χ. από τον Αυτοκράτορα Θεοδόσιο Β΄. Σε αυτήν συμμετείχαν 200 επίσκοποι, ανάμεσα στους οποίους ο Άγιος Κύριλλος Αλεξάνδρειας. Καταδίκασε τις διδαχές του Αρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως Νεστόριου, ο οποίος υπερτόνιζε την ανθρώπινη φύση του Ιησού έναντι της θείας, υποστηρίζοντας ότι η Μαρία γέννησε τον άνθρωπο Ιησού και όχι τον Θεό. Η Σύνοδος διακήρυξε ότι ο Ιησούς είναι τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος, με πλήρη ένωση των δύο φύσεων και απέδωσε επίσημα στην Παρθένο Μαρία τον τίτλο «Θεοτόκος». Επομένως, η χρονολογία σύγκλησής της, το 431 μ.Χ., αποτελεί μία σταθερή ημερομηνία, καθώς είναι σίγουρο ότι ο ύμνος δεν είχε συντεθεί νωρίτερα. Από την άλλη, κάποιοι ερευνητές θεωρούν ότι από το περιεχόμενό του συνάγεται ότι ο ύμνος αναφέρεται σε κοινό εορτασμό του Ευαγγελισμού και των Χριστουγέννων, εορτές οι οποίες χωρίστηκαν κατά τη βασιλεία του Ιουστινιανού (527 – 565 μ.Χ.), πράγμα που, αν ισχύει, αφενός σημαίνει ότι ο ύμνος γράφτηκε το αργότερο επί Ιουστινιανού, αφετέρου ενισχύει την άποψη ότι προϋπήρχε των γεγονότων του 626 μ.Χ.

Η παράδοση, όμως, αποδίδει τον Ακάθιστο ύμνο στο μεγάλο βυζαντινό υμνογράφο του 6ου αιώνα μ.Χ., Ρωμανό τον Μελωδό (βλέπε 1 Οκτωβρίου). Την άποψη αυτή υποστηρίζουν πολλοί ερευνητές, οι οποίοι θεωρούν ότι οι εκφράσεις του ύμνου, η γενικότερη ποιητική του αρτιότητα και δογματική του πληρότητα δεν μπορούν παρά να οδηγούν στον Ρωμανό. Ακόμη, σε κώδικα του 13ου αιώνα μ.Χ. υπάρχει μεταγενέστερη σημείωση, του 16ου αιώνα μ.Χ., η οποία αναφέρει τον Ρωμανό ως ποιητή του ύμνου.

Όμως, η άποψη αυτή αντικρούεται από πολλούς μελετητές, που βρίσκουν στη δομή, στο ύφος και το περιεχόμενό του πολλά στοιχεία μετά την εποχή του Ρωμανού. Κατά μία άποψη, ο ύμνος ψάλθηκε καλοκαίρι, στη γιορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, και μάλλον αργότερα μεταφέρθηκε στο Σάββατο της Ε΄ εβδομάδος των νηστειών, ίσως από τους εικονόφιλους μοναχούς του Στουδίου. Έτσι πλησίασε τη γιορτή του Ευαγγελισμού. Είναι, δε, ενδεχόμενο σε αυτή τη μεταφορά, και πάλι για λόγους σχετικούς με την Εικονομαχία, να αλλοιώθηκε και το ιστορικό του Συναξαριστή, και από το 728 μ.Χ., που αυτοκράτορας ήταν ο εικονομάχος Λέων Γ΄ Ίσαυρος, να μεταφέρθηκε στο 626 μ.Χ., στα χρόνια του Ηρακλείου, ο οποίος πολεμούσε τους Πέρσες για να επανακτήσει τον Τίμιο Σταυρό.

Επιπλέον υπάρχουν και άλλες δύο εκδοχές για το πρόσωπο του μελωδού του Ακάθιστου Ύμνου. Η μία εκδοχή αναφέρει το όνομα του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Γερμανού Α΄ (715 – 730 μ.Χ.) (βλέπε 12 Μαΐου), ο οποίος έζησε τα γεγονότα της θαυμαστής λύτρωσης της Κωνσταντινούπολης από την πολιορκία της από τους Άραβες το 718 μ.Χ., επί Αυτοκράτορος Λέοντος του Ισαύρου. Η εκδοχή αυτή βασίζεται στο γεγονός, ότι μία λατινική μετάφραση του ύμνου, η οποία έγινε γύρω στο 800 μ.Χ. από τον επίσκοπο Βενετίας Χριστόφορο, τον αναφέρει ως δημιουργό του ύμνου.

Η άλλη εκδοχή που υποστηρίζεται βασίζεται σε μια παλαιά αχρονολόγητη εικόνα του Ευαγγελισμού στο παρεκκλήσιο του Αγίου Νικολάου της ονομαστής μονής του Αγίου Σάββα στα Ιεροσόλυμα, όπου εικονίζεται και ένας μοναχός, ο οποίος κρατάει ένα ειλητάριο που γράφει «Ἄγγελος πρωτοστάτης οὐρανόθεν ἐπέμφθη» (αρχή του α΄ οίκου του Ακάθιστου ύμνου). Στο κεφάλι του μοναχού αυτού γράφει «ο άγιος Κοσμάς». Πρόκειται για τον Κοσμά τον Μελωδό (βλέπε 14 Οκτωβρίου), ο οποίος έζησε και αυτός τα γεγονότα του 718 μ.Χ., καθώς απεβίωσε το 752 ή 754 μ.Χ.

Άλλες, λιγότερο πιθανές απόψεις θεωρούν ως μελωδό του ύμνου τον Πατριάρχη Σέργιο, τον ιερό Φώτιο (βλέπε 6 Φεβρουαρίου), τον Απολινάριο τον Αλεξανδρέα, τον Μητροπολίτη Νικομήδειας Γεώργιο Σικελιώτη, τον Γεώργιο Πισίδη, και άλλους, που έζησαν από τον Ζ΄ μέχρι τον Θ΄ αιώνα.

Βέβαιο, είναι πάντως, ότι οι ειρμοί του Κανόνα του Ακάθιστου Ύμνου είναι έργο του Ιωάννου Δαμασκηνού (676 – 749 μ.Χ.) (βλέπε 4 Δεκεμβρίου), ενώ τα τροπάρια του Ιωσήφ Ξένου του Υμνογράφου (βλέπε 3 Απριλίου).

Γενικό θέμα του ύμνου είναι ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου, ο οποίος πηγάζει από την Αγία Γραφή και τους Πατέρες της Εκκλησίας και περιγράφει τα ιστορικά γεγονότα, αλλά προχωρεί και σε θεολογική και δογματική ανάλυσή τους.

Οι πρώτοι δώδεκα οίκοι του (Α-Μ) αποτελούν το ιστορικό μέρος. Εκεί εξιστορούνται τα γεγονότα από τον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου μέχρι την Υπαπαντή, ακολουθώντας τη διήγηση του Ευαγγελιστή Λουκά. Αναφέρεται ο Ευαγγελισμός (Α, Β, Γ, Δ), η επίσκεψη της εγκύου Παρθένου στην Ελισάβετ (Ε), οι αμφιβολίες του Ιωσήφ (Ζ), η προσκύνηση των ποιμένων (Η) και των Μάγων (Θ, Ι, Κ), η Υπαπαντή (Μ) και η φυγή στην Αίγυπτο (Λ), η οποία είναι η μόνη που έχει ως πηγή το απόκρυφο πρωτευαγγέλιο του Ψευδο-Ματθαίου.

Οι τελευταίοι δώδεκα (Ν-Ω) αποτελούν το θεολογικό ή δογματικό μέρος, στο οποίο ο μελωδός αναλύει τις βαθύτερες θεολογικές και δογματικές προεκτάσεις της Ενανθρώπισης του Κυρίου και το σκοπό της, που είναι η σωτηρία των πιστών.

Ο μελωδός βάζει στο στόμα του αρχαγγέλου, του εμβρύου Προδρόμου, των ποιμένων, των μάγων και των πιστών τα 144 συνολικά «Χαῖρε», τους Χαιρετισμούς προς τη Θεοτόκο, που αποτελούν ποιητικό εμπλουτισμό του χαιρετισμού του Γαβριήλ («Χαῖρε Κεχαριτωμένη»), που αναφέρει ο Ευαγγελιστής Λουκάς (Λουκ. α΄ 28).

Στα μοναστήρια, αλλά και στη σημερινή ενορία και παλαιότερα κατά τα διάφορα Τυπικά, υπάρχουν και άλλα λειτουργικά πλαίσια για την ψαλμωδία του ύμνου. Η ακολουθία του όρθρου, του εσπερινού, της παννυχίδος ή μιας ιδιόρρυθμης Θεομητορικής Κωνσταντινουπολιτικής ακολουθίας, την πρεσβεία. Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις, σε ένα ορισμένο σημείο της κοινής ακολουθίας γίνεται μια παρεμβολή. Ψάλλεται ο κανών της Θεοτόκου και ολόκληρο ή τμηματικά το κοντάκιο και οι οίκοι του Ακαθίστου.

Ο Ακάθιστος Ύμνος συνδέθηκε με τη Μεγάλη Τεσσαρακοστή, προφανώς, εξ αιτίας ενός άλλου καθαρώς λειτουργικού λόγου. Μέσα στην περίοδο της Νηστείας εμπίπτει πάντοτε η μεγάλη γιορτή του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου. Είναι η μόνη μεγάλη γιορτή, που λόγω του πένθιμου χαρακτήρα της Τεσσαρακοστής, στερείται προεορτίων και μεθεορτίων. Αυτήν ακριβώς την έλλειψη έρχεται να καλύψει η ψαλμωδία του Ακαθίστου, τμηματικά κατά τα απόδειπνα των Παρασκευών και ολόκληρος κατά το Σάββατο της Ε΄ εβδομάδας. Το βράδυ της Παρασκευής και το Σάββατο είναι μέρες που μαζί με την Κυριακή είναι οι μόνες μέρες των εβδομάδων των Νηστειών, κατά τις οποίες επιτρέπεται ο γιορτασμός χαρμόσυνων γεγονότων, και στις οποίες, μετατίθενται οι γιορτές της εβδομάδας.

Σύμφωνα με ορισμένα Τυπικά, ο Ακάθιστος Ύμνος ψαλλόταν πέντε μέρες πριν τη γιορτή του Ευαγγελισμού και κατά άλλα τον όρθρο της ημέρας της γιορτής.

images

ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗ