Daily Archives: February 21, 2014

ΑΙΑΣ Ο ΤΕΛΑΜΩΝΙΟΣ, ΤΟ ΦΡΑΓΜΑ ΤΩΝ ΑΧΑΙΩΝ

Ευθύς, ειλικρινής, ολιγόλογος, καρτερικός, σεμνός, ο ιδανικός οπλίτης, ένα αληθινό παλικάρι, ο πιο ανδρείος από τους Έλληνες μετά τον πρώτο του εξάδελφο Αχιλλέα, άξιος αντίπαλος του γενναίου Έκτορα.

Ήταν εγγονός του Αιακού και γιος του Τελαμώνα, βασιλιά της Σαλαμίνας και της Ερίβοιας, κόρης του βασιλιά των Μεγάρων και εγγονής του Πέλοπα. Η Ερίβοια έλεγαν ήταν μια από τις κοπέλες που μαζί με το Θησέα είχαν σταλεί στην Κρήτη, για να φαγωθούν από το Μινώταυρο. Αδελφός του ήταν ο Τεύκρος, από άλλη όμως μητέρα, την Ησιόνη, αδελφή του Πριάμου.

Ο Ησίοδος καθώς και ο Πίνδαρος αναφέρουν ότι όταν γεννήθηκε ο Αίαντας, βρισκόταν στη Σαλαμίνα ο Ηρακλής, που τύλιξε το βρέφος με τη λεοντή του και ευχήθηκε να γίνει το παιδί που μόλις είχε γεννηθεί, «άρρηκτον», δήλ. άτρωτο όπως και η λεοντή. Ο Ζευς που ανταποκρίθηκε στην ευχή έστειλε έναν «αιετόν», από όπου το παιδί ονομάστηκε Αίας. Και πράγματι, όπως μας λέει ο Όμηρος στην Ιλιάδα του, όπου τον περιγράφει πελώριο και πανίσχυρο, ο Αίαντας ήταν άτρωτος σ’ όλο του το σώμα, εκτός από τις μασχάλες του που δεν είχαν σκεπαστεί με τη λεοντή.

Ο Αίαντας μετείχε στην Τρωϊκή εκστρατεία με 12 πλοία, επικεφαλής Σαλαμίνιων και Μεγαρέων. Στον διάλογο μεταξύ Πρίαμου και Ελένης ενώ παρατηρούν τον στρατό των ελλήνων από τα τείχη της Τροίας, ο Πρίαμος ρωτάει την Ελένη: «Ποιος είναι ο γιγαντόσωμος αυτός άνδρας που ξεχωρίζει με το κορμί και το κεφάλι από τους άλλους Αργείους;» («ηύς τε μέγας τε»), εκείνη του απάντησε: «Είναι ο πελώριος Αίας, το φράγμα των Αχαιών».

Ξεχωριστό όπλο του είναι η τεράστια και φοβερή ασπίδα του από επτά δέρματα βοδιού («δείνον σάκος επταβόειον»), η οποία στον Όμηρο παρομοιάζεται με πύργο.
Ο ίδιος ο Έκτορας του λέει αργότερα: «Σου έδωσε ο θεός ανάστημα και δύναμη και γνώση και είσαι και στην πολεμική τέχνη ο ανώτερος ανάμεσα στους Αχαιούς». Μονομάχησε με τον Έκτορα χωρίς να νικήσει κανείς απ’ τους δύο τους. Παρά τη δίνη του πολέμου και της δικής τους μονομαχίας αναγνωρίζουν ο ένας την αξία του άλλου και ανταλλάσουν όπλα. Ο Αίας χαρίζει στον Έκτορα τη ζώνη του, «ζωστῆρα δίδου φοίνικι φαεινόν» (Η 305) και μ’αυτήν αργότερα ο Αχιλλέας θα δέσει το σώμα του νεκρού Έκτορα στο άρμα του και θα το σύρει γύρω απ’ την Τροία. Ο Έκτορας χαρίζει στον Αίαντα το ξίφος του, «ξίφος ἀργυρόηλον σὺν κολεῷ τε φέρων καὶ ἐϋτμήτῳ τελαμῶνι·» (Η 303-4). Αλλά τα δώρα στάθηκαν άτυχα και για τους δυο ήρωες.

Ο Αίας είναι αυτός που αποσπά το κορμί νεκρού του Πατρόκλου από τα χέρια των Τρώων κι αργότερα το κορμί του ίδιου του Αχιλλέα.

Μετά από το θάνατο του Αχιλλέα και τους αγώνες που γίνανε προς τιμή του, αποφασίστηκε να δοθούν τα όπλα του ήρωα στον ανδρειότατο από τους Έλληνες και σε κείνον που αγωνίστηκε περισσότερο για τη διάσωση των όπλων και του κορμιού του ήρωα, ως τιμητικό δώρο. Τότε η προσφορά του Αίαντα παραβλέπεται, όπως και η συγγένεια του με τον Αχιλλέα, και τα όπλα παίρνει ο πανούργος Οδυσσέας, μια επιλογή που μάλλον έγινε από φθόνο: να μην αναγνωρίσουν οι άλλοι Αχαιοί βασιλείς του Αίαντα τα αναμφισβήτητα πρωτεία (πανταχού παρόν το σαράκι της φυλής μας). Φυσικά, αν ζούσε ο Αχιλλέας οι Ατρείδες δεν θα τολμούσαν τέτοια κατάφωρη αδικία και προσβολή. Όλη η φιλονικία, πάντως, είχε προκληθεί από τον Δία.

Το πλήγμα και η προσβολή για τον Αίαντα ήταν τρομερό. Αποσύρθηκε στη σκηνή του και αποφάσισε να εκδικηθεί τους Ατρείδες και τον Οδυσσέα. Τη νύχτα, πήρε το ξίφος που του είχε χαρίσει ο Έκτορας και βγήκε από τη σκηνή του για να σκοτώσει τους αρχηγούς των Αχαιών. Η προστάτιδά τους όμως, η θεά Αθηνά, σκότισε τόσο πολύ το μυαλό του, που ξαφνικά παραφρόνησε, και μέσα στη μανία του, ρίχτηκε εναντίον των κοπαδιών του στρατοπέδου, νομίζοντας πως χτυπούσε εκείνους που τον αδίκησαν.
Σφάζει τα πρόβατα και θεωρεί τα κριάρια για αρχηγούς του στρατού και αρχίζει να τα μαστιγώνει άγρια και να καγχάζει σαρκαστικά μ’ ένα φοβερό γέλιο που το ονόμασαν “αιάντειο γέλιο”.

Όταν συνείλθε και συνειδητοποίησε πως είχε σκοτώσει πρόβατα και είχε γίνει ο περίγελος του στρατοπέδου, αποχαιρέτησε την σύζυγό του Τέκμησσα και τον γιο του Ευρυσάκη και μπήγοντας στο χώμα το σπαθί που του είχε δωρήσει ο Έκτορας αυτοκτόνησε πέφτοντας επάνω του στο σημείο κοντά στη μασχάλη, όπου ήξερε πως ήταν τρωτός.
Στον «Αίαντα» του Σοφοκλή από τα τελευταία του λόγια είναι η περίφημη φράση: «Ή καλώς ζην ή καλώς τεθνηκέναι τον ευγενή δει» (Ο ευγενής πρέπει ή να ζει με αξιοπρέπεια ή να πεθαίνει με αξιοπρέπεια). Η φράση αυτή σήμερα κοσμεί το έμβλημα της 9ης Ταξιαρχίας του Πεζικού μας.

Το πτώμα του Αίαντα, τάφηκε – ή κάηκε σε ειδικό φέρετρο- στο ακρωτήριο Ροίτειο της Τροίας. Εκεί, αργότερα, ιδρύθηκε ναός του, το Αιάντειο.

Όταν αργότερα ο Οδυσσέας επισκέφθηκε τον Ασφοδελό Λειμώνα, ο Αίαντας ήταν το μόνο φάσμα που στεκόταν μακριά του, απορρίπτοντας τις δικαιολογίες του πως ο Δίας ήταν υπεύθυνος για την άτυχη ιστορία. Ο Οδυσσέας είχε στο μεταξύ χαρίσει τα όπλα του σκανδάλου στον Νεοπτόλεμο, τον γιό του Αχιλλέα, άλλοι όμως ισχυρίστηκαν πως τα έχασε σε ναυάγιο επιστρέφοντας στην πατρίδα του, και τα κύματα, με τη συνεργασία της Θέτιδος, τα έβγαλαν πλάι στον τάφο του Αίαντα, στο Ροίτειο.

Οι Σαλαμίνιοι του είχαν αφιερώσει έναν ναό στην Αγορά τους και ισχυρίζονταν πως όταν πέθανε ο Αίαντας ένα καινούργιο λουλούδι εμφανίστηκε στο νησί τους. Φαίνεται ότι η λατρεία του Αίαντος είχε ευρεία διάδοση κατά την αρχαιότητα, γιατί αναφέρεται ως καθιερωμένη εκτός απ την Σαλαμίνα και στην Αττική, στην Τρωάδα, στο Βυζάντιο, ίσως και στα Μέγαρα.
Ιδιαίτερα τον τιμούσαν στην Αθήνα, όπου μια από τις κυριότερες φυλές της Αθήνας, η Αιαντίς, ονομάστηκε έτσι προς τιμήν του ήρωα.
Ο ανδριάντας του, ως επωνύμου ήρωα, στήθηκε μπροστά στο Βουλευτήριο και του είχαν επίσης αφιερώσει την πρώτη μέρα της νέας σελήνης και το δεύτερο ποτήρι των συμποσίων. Μετά τη νίκη της Σαλαμίνας, αφιέρωσαν στον Αίαντα και μια φοινικική τριήρη.

Ο Σωκράτης, πριν από τον θάνατό του, είπε πως θα συναντηθεί στον Άδη με τον Αίαντα, γιατί και των δύο ο θάνατος οφείλεται σε άδικη κρίση. Ο Αισχύλος έγραψε για τον Αίαντα τριλογία (Όπλων κρίσις, Θρήσσαι και Σαλαμίνιαι), που διασώθηκε πολύ αποσπασματικά. Από την τριλογία του Σοφοκλή διασώθηκε ο «Αίας Μαινόμενος», ενώ ο «Τεύκρος» και ο «Ευρυσάκης» χάθηκαν. Αργότερα ασχολήθηκαν με τον Αίαντα ο Αστυδάμας ο Νεότερος, ο Θεοδέκτης και πολλοί Ρωμαίοι τραγικοί, ενώ ο Βιργίλιος, ο Οβίδιος, ο Οράτιος και ο Ιουβενάλης χρησιμοποίησαν τον Αίαντα ως θέμα των ποιητικών δημιουργιών τους.

Εικόνα: Μελανόμορφος αμφορέας του Εξηκία (530 π.Χ.), Μουσείο Καλών Τεχνών και Αρχαιολογίας, Boulogne-sur-Mer. Ο ζωγράφος επιλέγει να εικονίσει τη συγκλονιστική στιγμή που ο Αίας στερεώνει το ξίφος του στο έδαφος για να χάσει την ζωή του πέφτοντας πάνω του.

Add LocationEdit

1014375_815249965155342_653713619_n