ΔΙΟΜΗΔΗΣ, Ο ΟΜΗΡΙΚΟΣ ΒΑΣΙΛΙΑΣ ΤΟΥ ΑΡΓΟΥΣ.

 

Ο ήρωας Διομήδης ήταν γιος του Τυδέα και σύζυγος της Αιγιάλειας, ένας από τους «Επιγόνους» των «Επτά επί Θήβας» και βασιλιάς του Άργους την εποχή του Τρωικού πολέμου. Ήταν ανηψιός του Ηρακλή και καλός φίλος του Οδυσσέα. Οι τρεις τους ήταν οι αγαπημένοι ήρωες της θεάς Αθηνάς. Μαζί με τον Σθένελο και τον Ευρύαλο συμμετείχαν στην εκστρατεία κατά της Τροίας με 80 πλοία και άνδρες από όλη την επικράτειά του, που εκτός από το Άργος επεκτεινόταν στην Τίρυνθα, την Ασίνη, την Ερμιόνη, την Αίγινα, την Επίδαυρο, την Τροιζήνα και άλλες πολιτείες. Ως μνηστήρας της Ελένης, είχε χρέος μετά την απαγωγή της να είναι κι αυτός παρών, όπως είχε υποσχεθεί με όρκο στον πατέρα της.

Ο βασιλιάς του Άργους είναι ο ευνοούμενος ήρωας του Ομήρου, ο οποίος αφιερώνει το μεγαλύτερο μέρος της Ε’ ραψωδίας για να εξυμνήσει τα ηρωικά κατορθώματά του. Η μορφή του κυριαρχεί από την αρχή της Ιλιάδας και συναγωνίζεται σε ανδρεία τον Αχιλλέα και τον Αίαντα, μετά τους οποίους θεωρείται “ο ανδρειότατος καν στρατηγικότατος των πάντων”. Μάλιστα ο Όμηρος για να εξάρει την ανδρεία του, σε κανένα μέρος της Ιλιάδας δεν βάζει τον Αχιλλέα και τον Διομήδη να πολεμούν μαζί. Όταν διαπρέπει ο ένας στο πεδίο της μάχης, ο άλλος απουσιάζει είτε γιατί έχει τραυματιστεί, είτε για κάποια άλλη αιτία.
Εισορμούσε στις εχθρικές φάλαγγες χωρίς να νοιάζεται αν τον ακολουθεί ο στρατός του και τις διέτρεχε σκορπώντας το θάνατο και διασκορπίζοντάς τες. Απελπισμένος ο Έκτωρ παρακαλούσε την Αθηνά να τον πάρει μακριά από τις μάχες. Μάλιστα πάνω στην μάχη τραυμάτισε δύο θεούς, την θεά Αφροδίτη και τον ίδιο τον θεό Άρη.

Όπως φανερώνει και το όνομά του – (< Ζεύς (γεν.Διός) + μήδομαι (σκέφτομαι, συμβουλεύω), “αυτός που έχει θεϊκή σκέψη, που τον συμβουλεύει ο Δίας)- χαρακτηρίζεται από τη σοφία των απόψεών του για αυτό η γνώμη του γίνεται δεκτή και σεβαστή ακόμα και από πολύ πρεσβυτέρους του συμπολεμιστές, συμπεριλαμβανομένου του Αγαμέμνονος και του Νέστορος και ποτέ δεν διαπράττει ύβριν.

Ο Διομήδης ήταν ένας από τους πολεμιστές που εισέβαλαν στην Τροία χρησιμοποιώντας το Δούρειο Ίππο.

Όταν γύρισε από την Τροία, βρήκε και αυτός τον οίκο του αλλοτριωμένο. Κατά την απουσία του η Αιγιάλη, αφού συνδέθηκε με πολλούς εραστές, κατέληξε στον γιο του Σθένελου Κομήτη, στον οποίο ο Διομήδης είχε εμπιστευθεί την φροντίδα του οίκου του. Ο Κομήτης και η Αιγιάλη είχαν αποφασίσει να τον εξοντώσουν, στήνοντάς του ενέδρα μόλις γύριζε στο Άργος.

Η πολεμική πείρα έσωσε τον Διομήδη από την προδοσία, όταν χωρίς τους συντρόφους του ξεκίνησε μόνος και επιφυλακτικός για το παλάτι. Εκεί δέχτηκε την αιφνιδιαστική επίθεση του Κομήτη και των φρουρών του. Απέκρουσε με το ξίφος του την παγίδα και οπισθοχωρώντας πρόλαβε και κατέφυγε ικέτης στον βωμό της Αθηνάς, όπου δεν τόλμησε να τον πλησιάσει ο Κομήτης. Όταν νύχτωσε βγήκε κρυφά για να βρει τους συντρόφους του, που περίμεναν στα πλοία.

Θα ήταν πολύ εύκολο για τον πορθητή των Επτάπυλων Θηβών και τους παλαίμαχους άνδρες του να πολιορκήσουν το Άργος και να το κυριεύσουν. Δεν βαστούσε όμως η καρδιά του να αιματοκυλίσει την δοξασμένη πόλη, που ήταν άλλοτε το βασίλειό του.

Έτσι την ίδια νύχτα παίρνοντας μαζί του στα Αργείτικα πλοία όσους συντρόφους θέλησαν να αφήσουν και αυτοί την πατρίδα τους και να τον ακολουθήσουν, έφυγε αναζητώντας μια νέα γη για να εγκατασταθεί και να ιδρύσει ένα νέο βασίλειο στη μακρινή Εσπερία.

Σύμφωνα με την επικρατέστερη παράδοση ο Διομήδης αποβιβάστηκε στην Απουλία, χώρα της Αδριατικής. Ο βασιλιάς της Δαύνος βρισκόταν σε πόλεμο και ζήτησε τις πολεμικές υπηρεσίες του. Σε αντάλλαγμα του υποσχέθηκε μέρος του βασιλείου του και την κόρη του Ευίππη για σύζυγο. Αφού έλαβε όμως τη βοήθεια, δεν τήρησε την υπόσχεση του.

Τότε ο Διομήδης κυριεύει την χώρα μόνος του, σημαδεύοντας τα σύνορα του δυτικού βασιλείου του με πέτρες από τα τείχη της Τροίας, που τις είχε χρησιμοποιήσει για έρμα στα καράβια του. Εκεί ίδρυσε πόλεις και την πρώτη την ονόμασε Άργος Ίππιον, (Argirippa) τα δε κοντινά νησιά ονομάστηκαν Διομήδειαι νήσοι.

Σύμφωνα με άλλη παράδοση ο Δαύνος κατάφερε με δόλο να σκοτώσει τον ήρωα. Ο Διομήδης θάβεται σ’ ένα κοντινό νησί που πήρε το όνομά του.
Η Αθηνά όμως του χάρισε την αθανασία, και οι σύντροφοί του επειδή θρηνούσαν απαρηγόρητοι, μεταμορφώθηκαν από την θεά σε ερωδιούς. Πράγματι κατά την παράδοση στο νησί που λέγεται Διομήδεια είχε πολλούς ερωδιούς. Αυτοί, έλεγαν, πως τους βαρβάρους ούτε αποστρέφονταν αλλά ούτε και τους πλησίαζαν. Εάν όμως έφθαναν εκεί Έλληνες ταξιδιώτες, σαν από θεία χάρη τους πλησίαζαν και απλώνοντας τα φτερά τους σαν χέρια, τους καλωσορίζαν και τους αγκάλιαζαν. Και όταν οι Έλληνες τους χάιδευαν, δεν έφευγαν αλλά κούρνιαζαν άφοβα στην αγκαλιά τους, σαν να υποδέχονταν αγαπητούς καλεσμένους.

Στη χώρα που κατέφυγε, σε πολλά μέρη των ανατολικών ακτών της Ιταλίας, στη Βενετία, στη Σαλαμίνα της Κύπρου, στην Κέρκυρα και σε άλλα μέρη της Ελλάδας, λατρεύτηκε σαν θεός.
Ο Βιργίλιος, ο Δάντης και ο Σαίξπηρ έχουν χρησιμοποιήσει την ηρωική μορφή του Διομήδη στα έργα τους.

Κύρια πηγή: Ιωάννης Κ. Μπίμπης, «Αργολικά Παλαμήδης».
Εικόνα: Άγαλμα της Αθηνάς που συμβουλεύει τον Διομήδη λίγο πριν μπει στη μάχη – (Γέφυρα Schlossbrücke, Βερολίνο).

 

Top of Form

Like · · Share

Bottom of Form

 

1903005_842844999062505_657486305_n

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *