ΤΑ ΔΗΜΟΣΙΑ ΛΟΥΤΡΑ ΣΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ (Ι).

1e

Η ατομική καθαριότητα σε παλαιότερες εποχές δεν ήταν τόσο απλή υπόθεση. Η ύδρευση και η αποχέτευση στα σπίτια ήταν ανύπαρκτη, παρ’ όλα αυτά όσοι μπορούσαν φρόντιζαν να είναι καθαροί και αυτό εξαρτιόταν βασικά από την κοινωνική και την οικονομική τους θέση.

Στην αρχαιότητα το πρόβλημα είχε λυθεί με τα δημόσια λουτρά, ένα χώρο όπου μπορούσαν οι πολίτες να πλένονται με άνεση, εφόσον εκεί υπήρχαν όλες οι απαραίτητες εγκαταστάσεις που δεν υπήρχαν στα σπίτια τους. Οι πολύ πλούσιοι είχαν βέβαια τη δυνατότητα ενός ιδιωτικού λουτρού, αλλά οι υπόλοιποι έπρεπε να πάνε στα δημόσια λουτρά, αν ήθελαν να είναι καθαροί.

Δημόσια λουτρά υπήρχαν στην αρχαία Ελλάδα και μετά στη Ρώμη. Η συνήθεια πέρασε και στο Βυζάντιο κατόπιν.

Υπάρχει η αντίληψη ότι οι βυζαντινοί μας πρόγονοι για λόγους θρησκευτικούς αλλά και πρακτικούς δεν συμπαθούσαν το καθαρό σώμα. Αυτό ισχύει περισσότερο για τη δυτική Ευρώπη και λιγότερο για το Βυζάντιο. Οσοι είχαν κάποια οικονομική άνεση σύχναζαν στα δημόσια λουτρά, όπου εκτός από το μπάνιο τους έκαναν και πολλά άλλα πράγματα, μερικά από αυτά μάλιστα ήταν και πονηρά.

Σε όλες σχεδόν τις πόλεις της αυτοκρατορίας υπήρχαν δημόσια λουτρά και οι συγγραφείς της εποχής συχνά αναφέρονται σε αυτά. Μερικοί φαίνεται το παράκαναν με την ατομική καθαριότητα, γιατί βλέπουμε τους ιεράρχες να γκρινιάζουν κάθε τόσο: «συνεχώς και πολλάκις της ημέρας λούεσθαι» μουρμουρίζει ενοχλημένος ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς.
Τον 12ο αιώνα πάντως είχε επικρατήσει μια πιο μετριοπαθής άποψη: τρεις φορές την εβδομάδα ήταν καλά, το περισσότερο ήταν δείγμα βλακείας (!). Επίσης, σύμφωνα με τη γνώμη των γιατρών, τον Ιανουάριο έπρεπε να πλένεται κανείς μέχρι τέσσερις φορές, το Μάρτιο μέχρι έξι και τον Απρίλιο μέχρι οχτώ το πολύ. Το Νοέμβριο οι γιατροί απαγόρευαν εντελώς τα λουτρά, αλλά μάλλον κανείς δεν τους έπαιρνε στα σοβαρά.

Οι μοναχοί πλένονταν κι αυτοί, αλλά έπρεπε να προσέχουν να μην κάνουν καταχρήσεις. Κάθε μοναστήρι είχε τους δικούς του κανόνες. Ή μια φορά την εβδομάδα, η μια – δύο φορές το μήνα, η μια φορά κάθε τέσσερις μήνες ήταν καλά..

Γενικά το λουτρό ήταν μια κάπως πονηρή ενασχόληση, εφόσον έπρεπε κανείς να βγάλει τα ρούχα του και να μείνει γυμνός. Γι’ αυτό και ο Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός παινεύοντας τον Μ. Βασίλειο λέει: «Η αλουσία το εκείνου σεμνολόγημα»! Και ο Άγιος Αθανάσιος συμβουλεύει μια μοναχή: « μόνον το πρόσωπόν σου νίψαι και τας χείρας και τους πόδας».

Παρά τη δυσφορία των ιερωμένων ο κόσμος στο Βυζάντιο πήγαινε φαίνεται στα δημόσια λουτρά και πλενόταν, ίσως όχι τόσο από ανάγκη ατομικής υγιεινής, όσο από ανάγκη κοινωνικών σχέσεων και επαφών.

Τα δημόσια λουτρά χτίζονταν στα κεντρικά σημεία των πόλεων. Εκτός από τον κύριο χώρο για το λουτρό υπήρχαν και πολλά πλάγια διαμερίσματα, τα «απόδυτρα», όπου οι λουόμενοι άφηναν τα ρούχα τους. Υπήρχαν και τα «αποχωρητήρια» για τις φυσικές ανάγκες των πελατών. Το κτήριο ήταν διώροφο. Στον επάνω όροφο ανέβαιναν μετά το λουτρό για να ξεκουραστούν και να πάρουν και κανένα υπνάκο. Άλλοι έπιναν κανένα ποτό ή το έριχναν και στο φαγητό, μια και μετά το μπάνιο ανοίγει πάντα η όρεξη. Αλλά η όρεξη άνοιγε φαίνεται και για άλλα πράγματα, διότι οι λουτράρισσες εκτός από την κανονική δουλειά τους, πρόσφεραν και ερωτικές υπηρεσίες επ’ αμοιβή.

Τα μεγάλα δημόσια λουτρά ήταν διακοσμημένα με πολυτελή μάρμαρα, με ψηφιδωτά, με καθρέφτες και με αγάλματα και σε διάφορα σημεία ήταν ζωγραφισμένα. Κατά κανόνα δεν ήταν πολύ φωτεινά, γιατί, αν άνοιγαν τα παράθυρα που δεν είχαν τζάμια, θα έφευγε ο ζεστός αέρας. Ο φωτισμός τους γινόταν λοιπόν με καντήλια.

Οι βυζαντινοί σύχναζαν εκεί τις μεσημεριανές ώρες και γι’ αυτό, σύμφωνα με τις διαταγές των Αγίων Αποστόλων, οι σεμνές γυναίκες έπρεπε να πηγαίνουν νωρίτερα, όταν τα λουτρά ήταν ακόμα άδεια. Νωρίς έπρεπε να πηγαίνουν και οι όμορφες παρθένες για να αποφεύγουν τα βλέμματα των ενοχλητικών νεαρών.

Φαίνεται ότι στους πρώτους αιώνες οι χριστιανοί ακολουθώντας τις συνήθειες των ρωμαίων πλένονταν όλοι μαζί παρέα, γυναίκες και άνδρες, και έχουμε μαρτυρίες γι’ αυτό. Ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς γράφει ότι τα βαλανεία είναι ανοιχτά για άνδρες και γυναίκες που «αποδύονται επί την ακρασίαν».

Το 320 μΧ στη σύνοδο της Λαοδίκειας ο 30ός κανόνας όριζε ότι δεν επιτρέπεται σε ιερωμένους, κληρικούς ή ασκητές να πλένονται στα βαλανεία μαζί με γυναίκες. Ούτε και σε χριστιανούς λαϊκούς επιτρεπόταν αυτό.
Μέχρι το τέλος του 7ου αιώνα αυτή η κακή συνήθεια των μπαιν μιξτ υφίστατο, αλλιώς η εν Τρούλλω Οικουμενική σύνοδος δεν θα χρειαζόταν να επαναλάβει τους αφορισμούς και τις καθαιρέσεις των κληρικών για το σχετικό θέμα. Από τον 7ο αιώνα και μετά η συνήθεια αυτή επιτέλους σταματά, διότι επενέβη και η Πολιτεία που την απαγόρευσε με νόμο. Στα δημόσια λουτρά μπορούσαν πάντως να μπανιαριστούν μαζί τα ανδρόγυνα με τον ισχυρισμό ότι είναι σάρκα μία και δεν υπάρχει τίποτε το άσεμνο σε αυτό που κάνουν.

(Πηγή: Φαιδ. Κουκουλέ «Βυζαντινών βίος και πολιτισμός», τόμος Δ’ ).

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *