Author Archives: zoee

ΜΑ ΜΙΛΟΥΣΕ Ο ΦΙΛΙΠΠΟΣ ΕΛΛΗΝΙΚΑ; ΚΑΙ ΜΙΛΟΥΣΕ ΚΑΙ ΓΕΛΟΥΣΕ ΕΛΛΗΝΙΚΑ.

f– Στα χρόνια του Φιλίππου Β’ ιδρύθηκε στην Αθήνα το σωματείο γελωτοποιών, που είχε την ονομασία “Εξήκοντα”, από τον αριθμό των μελών του. Πρόκειται για το πρώτο “σωματείο ηθοποιών” της Ιστορίας. Τα μέλη του σωματείου των “Εξήκοντα” συγκεντρώνονταν στο Ιερό του Ηρακλή. Με την πάροδο του χρόνου οι αστειότητες των “Εξήκοντα” απέκτησαν πανελλήνια φήμη, ώστε ο Φίλιππος έστειλε χρήματα στην Αθήνα και παρεκάλεσε να του στείλουν ένα corpus αστείων εγγράφως. Σε ποια γλώσσα γράφτηκαν; Είναι προφανές. Ο Φίλιππος μπορούσε να γελά με τα αστεία των Αθηναίων, που απαιτούσαν υψηλή λεκτική δεξιοτεχνία, (βλ. τη φράση “Αττικόν άλας”), γιατί απλούστατα γνώριζε την ελληνική όχι σαν ξένη, αλλά ως δική του γλώσσα. Στα πρώιμα εκείνα χρόνια, μόνο οι Έλληνες είχαν αναπτύξει αυτό που οι Γάλλοι ονομάζουν humeur και το οποίο προέκυψε εκ του ελληνικού “χυμός”, μέσω του λατινικού humor.

-Πηγή: Σαράντος Καργάκος, «Η ελληνικότητα της Μακεδονίας».

ΠΩΣ ΗΤΑΝ ΤΑ ΑΡΧΑΙΑ ΣΥΜΠΟΣΙΑ; (1ο μέρος ).

ΣΥΜΠΟΣΙΟΤα συμπόσια κατείχαν σημαντικότατο ρόλο στην ζωή των αρχαίων Ελλήνων. Αντίθετα με αυτό που οι περισσότεροι πιστεύουν, το σημαντικό μέρος του δεν ήταν το της βρώσης αλλά της πόσης. Άλλωστε αυτό δηλώνει και το όνομα του «συγκέντρωση ανθρώπων που πίνουν ομού».
Αναλυτικότερα, το αρχαίο συμπόσιο εκτυλισσόταν σε 2 διαδοχικούς χρόνους: πρώτα ικανοποιούσαν την πείνα τους με το καθ’ αυτού δείπνο ή σύνδειπνον, (και λίγο ποτό), και το επόμενο μέρος ήταν της οινοποσίας δηλ. ο πότος ή σύμποτος,. Αυτό το δεύτερο μέρος ήταν και το κυριότερο και είχε την μεγαλύτερη διάρκεια. Βέβαια και σε αυτό μπορούσαν να «τσιμπάνε» κάτι, πχ φρούτα, ξηρούς καρπούς, γλυκά κλπ.
Στα αθηναϊκά συμπόσια συμμετείχαν μόνον άντρες. Οι μόνες γυναίκες που μπορούσαν να συμμετέχουν ήταν διασκεδάστριες, πχ αυλητρίδες, χορεύτριες ή και εταίρες. Όχι όμως οι γυναίκες του οίκου.
Φτάνοντας ο καλεσμένος στον οίκο του οικοδεσπότη έβγαζε τα παπούτσια του και οι υπηρέτες του έπλεναν τα πόδια. Κατόπιν έπαιρνε την θέση σου σε κάποιο απ τα ανάκλιντρα. Επειδή και στην αρχαιότητα υπήρχαν ζητήματα ετικέτας, συνήθως οι πιο τιμητικές θέσεις βρίσκονταν δίπλα στον οικοδεσπότη.
Οι συνδαιτυμόνες φορούσαν στεφάνια, κυρίως κισσού, αλλά και μυρτιάς ή γιρλάντες από λουλούδια. Δεν έτρωγαν και έπιναν καθιστοί, αλλά μισοξαπλωμένοι, δύο ή και τρείς μαζί σε ένα ανάκλιντρο, με απλωμένα τα πόδια άλλα όρθιο τον άνω κορμό τους.Πριν οι καλεσμένοι αρχίσουν να δειπνούν πλένουν τα χέρια τους σε μια λεκάνη (το χέρνιβο) που έχουν φέρει οι υπηρέτες, κάτι που ήταν απαραίτητο, αφού τα περισσότερα φαγητά τα τρώνε με τα χέρια τους, Το φαγητό τοποθετούνταν εμπρός τους από τους υπηρέτες, πάνω σε μικρά φορητά τραπεζάκια.

Το δείπνο αρχίζει συνήθως με το πρόπωμα, κάτι σαν το σημερινό απεριτίφ. Αυτό είναι μια κούπα κρασί αρωματισμένο. Δεν υπάρχουν πετσέτες στο τραπέζι: σκουπίζονται με την ψίχα του ψωμιού που την κάνουν μπάλα και μετά τη πετάνε μαζί με τα κόκαλα και ότι άλλο είναι για πέταμα στο πάτωμα για τα σκυλιά του σπιτιού. Για αυτό και τα ανάκλιντρα δεν πατούν απευθείας στο δάπεδο αλλά τοποθετούνταν πάνω σε ένα χαμηλό, χτιστό σκαλάκι, που περιτρέχει όλο το δωμάτιο, έτσι ώστε όταν με το πέρας του συμποσίου θα έπλεναν το πάτωμα, το νερό δεν θα έβρεχε τα πόδια των επίπλων, μιας και το ξύλο ήταν ένα αρκετά ακριβό υλικό στην αρχαιότητα. Μερικοί καλεσμένοι για το καθαυτό συμπόσιο κανονικά έρχονται μετά το τέλος του δείπνου και πριν αρχίσει η πόση.

Πηγή: Ο δημόσιος και ιδιωτικός βίος των αρχαίων Ελλήνων, R. Flaceliere.

Η ΓΝΩΣΤΗ ΜΑΣ-ΑΓΝΩΣΤΗ ΣΤΟΑ ΤΟΥ ΑΤΤΑΛΟΥ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΑΓΟΡΑ ΤΩΝ ΑΘΗΝΩΝ.

Η Στοά είναι ένα μακρόστενο κτίριο, κυρίως – αν και όχι πάντα- εμπορικής χρήσεως. Ως αρχιτεκτονικός τύπος, εμφανίζεται τον 7ο αι και αναπτύσσεται κυρίως στην Αγορά στα τέλη του 6ου αρχές 5ου με διάφορες μορφές, αλλά βρίσκει την μεγαλειώδη ολοκλήρωση της, με 2οροφα κτίσματα στα ελληνιστικά βασίλεια, και κυρίως στην Πέργαμο.

-Η Στοά του Αττάλου ήταν από μάρμαρο και ασβεστόλιθο. Έχει 115 μ. μήκος και 20 πλάτος. Ήταν δημόσια και στο πίσω μέρος της είχε 22 δωμάτια ανά όροφο, που λειτουργούσαν ως καταστήματα. Προφανώς υπενοικιάζονταν τα καταστήματα απ το κράτος σε ιδιώτες και με τα λεφτά συντηρείτο το κτίριο και έδινε και πλεόνασμα. Μετά τα πρόχειρα προσωρινά καταλύματα που επί αιώνες στήνονταν στην Αγορά το εμπόριο βρήκε στέγη σε αυτό το εξαιρετικό περιβάλλον. Ήταν ένα υπερσύγχρονο αγοραστικό κέντρο, το οποίο όμως ταυτόχρονα λειτουργούσε και ως χώρος κοινωνικής συνάθροισης.

Η στοά καταστράφηκε 400 χρόνια αργότερα απ τους Ερούλους. Τα λείψανά της ενσωματώθηκαν σε ένα νέο οχυρωματικό περίβολο της πόλης, έτσι τμήματά της σώθηκαν σε όλο το ύψος τους μέχρι σήμερα. Το 1940 έγιναν προσπάθειες –ανεπιτυχώς – να βρεθεί σημείο κατάλληλο για την ανέγερση μουσείου της Αγοράς, διότι όπου και να ξεκινούσαν κατασκευή έπεφταν πάνω σε αρχαία ευρήματα. Οπότε η μόνη λύση ήταν η ανακατασκευή ενός αρχαίου οικοδομήματος. Η Στοά θεωρήθηκε ως το πλέον κατάλληλο. Το σωζόμενο αρχικό υλικό της εξασφάλιζε την ανακατασκευή της και χτίστηκε μεταξύ 1952-56 από την Αμερικανική Αρχαιολογική Σχολή.
Μπροστά της βρέθηκε και βάθρο που υποστήριζε ανδριάντα του φιλοσόφου Καρνεάδη, που ήταν ο επικεφαλής φιλόσοφος της Ακαδημίας του Πλάτωνος τον 2ο αι π.Χ και που δίπλα του μαθήτευσε –και για αυτό και τον τίμησε- ο Περγαμηνός βασιλιάς Άτταλος Β’.

ΤΣΙΜΕΝΤΟ ΝΑ ΓΙΝΕΙ!

Το 1992 η Αμερικανίδα φυσικοχημικός Μάρθα Μπουντγουαίη έκανε μία ανακοίνωση σε συνέδριο στην Βοστώνη, στην οποία έλεγε ότι το κονίαμα της κατασκευής των επιχρίσεων των αρχαίων μεταλλευτικών δεξαμενών του Λαυρίου είναι αδιαπέραστο από την ραδιενέργεια. Πρόκειται για ένα είδος τσιμέντου που χρησιμοποιούσαν οι Έλληνες 3000 χρόνια πριν – τουλάχιστον. Μάλιστα η κυρία Μπουντγουαίη συνέστησε να χρησιμοποιηθεί το υλικό αυτό ως μέσο επιχρίσεως των δεξαμενών αποθήκευσης πυρηνικών αποβλήτων!
Στην αρχαία Ελλάδα υπήρχαν οι “χυμευταί”, κάτι αντίστοιχο των σημερινών χημικών ή χημικών μηχανικών. Ο καθηγητής στο Πολυτεχνείο Π. Ζαχαρίας υποστήριξε, ότι η Χημεία έπρεπε να γράφεται με υ και να αναφέρεται και ως “Χυμευτική”.
Οι αρχαίοι έλεγαν, πως, για να γίνει μία χημική πράξη, έπρεπε οι ουσίες να περάσουν από την κατάσταση του “χύματος”, που ήταν η λεπτή λειοτρίβηση της ύλης, πολύ λεπτή όπως το αλεύρι, για να αναμειχθεί με άλλο “χύμα” και με την διαδικασία της μεταλλοίωσης, της μεταβολής δηλαδή, θα δώσει ένα άλλο προϊόν. Η πράξη αυτή λεγόταν “χυμίζειν” ή ακριβέστερα “χυμεύειν” . Αυτοί που έκαναν την εργασία αυτή, που κατεύθυναν τους εργάτες, ονομάζονταν “χυμευταί”.

Πηγή: http://www.eleysis-ellinwn.gr/
Εικ: κομμάτι τσιμεντοκονιάματος από αρχαία δεξαμενή στην Ροδιακή Κάμιρο.

– ΤΑ ΠΑΠΟΥΤΣΙΑ ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΙΑ (1ο μέρος)

Ο βασιλεύς των Ρωμαίων, ως μόνος αληθινός αυτοκράτορας και αντιπρόσωπος του Θεού στη Γη, ήταν ντυμένος με πανάκριβα ενδύματα και έφερε στέμμα, σκήπτρο και άλλα σύμβολα από πολύτιμους λίθους και χρυσό. Από όλα τα ενδύματα και τα διακριτικά όμως, μόνο ένα στοιχείο αποτέλεσε διαχρονικά το αποκλειστικό σύμβολο της εξουσίας του: ..τα παπούτσια του!

Ο βασιλιάς φορούσε και άλλων ειδών υποδήματα, τα επίσημα όμως αυτοκρατορικά ήταν τα πορφυρά τσαγγία.(ή τζαγγία)
Τα τσαγγία κάλυπταν τις κνήμες, φτάνοντας ως το γόνατο. Δεν είναι ξεκάθαρο αν ήταν ψηλές μπότες ή μάλλον πιο σύνθετα υποδήματα, αποτελούμενα από “πέδιλα” και “περικνημίδες” (βλ.Φραντζή, Χρονικόν..).
Το χρώμα τους ήταν το πορφυρό, βαθύ κόκκινο, ενώ τα αντίστοιχα τσαγγία του σεβαστοκράτορα (το δεύτερο τη τάξει αξίωμα) ήταν κυανά. Αν ο σεβαστοκράτωρ ήταν και αδελφός του αυτοκράτορα τότε αυτά έφεραν χρυσούς αετούς.
Αετοί από πολύτιμους λίθους και μαργαριτάρια ή χρυσοΰφαντοι στόλιζαν και τα βασιλικά τσαγγία στα πλάγια των κνημών, ως τους ταρσούς.

Τα βασιλικά υποδήματα κατασκευάζονταν από ειδικό τεχνίτη, τον τζαγγά, φυλάσσονταν στο βεστιάριο και τα έφερνε στο βασιλιά ένα παιδί επιφορτισμένο με αυτήν την εργασία.
Ο αυτοκράτορας τα φορούσε σε περιπάτους, στις επίσημες τελετές (προκύψεις), αλλά και στη μάχη.
“Η μέντοι σπάθη του βασιλέως αεί εις το ρουχαρείον ευρίσκεται, τα δε υποδήματα εις το βεστιάριον. έστι δε και έτερον είδος υποδημάτων, α καλούνται τζαγγία, έχοντα εκ των πλαγίων κατά τας κνήμας και επί των ταρσών αετούς δια λίθων και μαργάρων, άτινα και φορεί ο βασιλεύς εις τε τους περιπάτους και τας προκύψεις. και ταύτα ποιών ού τζαγγάριος, ως οι έτεροι, αλλά τζαγγάς ονομάζεται. οπήνικα γουν δεήσει τον βασιλέα καβαλλικεύσαι, φέρει ατ υποδήματα παιδόπουλον του βεστιαρίου, ούτω κοινώς ονομαζομένου αλλαξιμαρίου.”
(Γεώργιος Κωδινός, Περί Οφφικίων…,κεφ.5, 8-16)

Φωτογραφία: Ο αυτοκράτωρ Θεόφιλος με την συνοδεία του, φορά τα πορφυρά τσαγγία του.

295450_610014412345566_2108180276_n

«Η Ελληνική γλώσσα»

– Όταν κάποτε φύγω από τούτο το φως
Θα ελιχθώ προς τα πάνω όπως ένα ρυάκι που μουρμουρίζει.
Κι αν τυχόν κάπου ανάμεσα
Στους γαλάζιους διαδρόμους
Συναντήσω αγγέλους, θα τους
Μιλήσω ελληνικά, επειδή
Δεν ξέρουνε γλώσσες. Μιλάνε
Μεταξύ τους με μουσική. Νικηφόρος Βρεττάκος.

Φωτογραφία: Λεπτομέρεια απ το άγαλμα της «Φεύγουσας Κόρης», απ’ το μουσείο Ελευσίνας.
(Ευχαριστούμε πολύ την κα. Μάγδα Οιχαλιώτη για την φωτογραφία).

317031_609648045715536_1206306348_n