«ΕΦΙΠΠΟΣ ΧΩΡΕΙ ΓΕΝΝΑΙΕ ΣΤΡΑΤΗΓΕ…»

1ac

Το 1884 οι Ναυπλιώτες συγκεντρώνουν το αναγκαίο ποσό και παραγγέλνουν τον ανδριάντα του Κολοκοτρώνη στον γνωστό γλύπτη Λάζαρο Σώχο.
Ο ανδριάντας δουλεύτηκε στο Παρίσι τα χρόνια 1891-1895, στο εργαστήριο που είχε παραχωρήσει στον Σώχο ο Γάλλος καθηγητής του στη Σχολή Καλών Τεχνών Antoine Mercie.
Το γύψινο πρόπλασμα του Σώχου βράβευσε η Ακαδημία της Pώμης, ενώ εκτέθηκε επίσης στη Διεθνή Έκθεση του Παρισιού το 1900, όπου και πήρε το πρώτο βραβείο.

Tα αποκαλυπτήρια του έργου στο Ναύπλιο έγιναν στις 23 Απριλίου του 1901.
Ο μνημειακός έφιππος ανδριάντας του ήρωα της Ελληνικής Επανάστασης είναι το πρώτο έφιππο άγαλμα της νεοελληνικής γλυπτικής.

O Λάζαρος Σώχος είχε κατασκευάσει και δεύτερο γύψινο πρόπλασμα του έργου, πανομοιότυπο μ’ εκείνο του ανδριάντα του Ναυπλίου. Σκέφτηκε πως το δεύτερο αυτό έργο του έπρεπε να στηθεί στην Αθήνα και έγραψε στον εξάδελφό του δικηγόρο Ξενοφώντα Σώχο ότι το προσφέρει δωρεάν, αρκεί να καταβληθεί το αντίτιμο του ορείχαλκου, για τη χύτευση του έργου. (Το υλικό για το άγαλμα στο Ναύπλιο προερχόταν από κανόνια της Επανάστασης, που υπήρχαν στο Παλαμήδη.) Έπειτα από αναφορά Αθηναίων δημοτών προς τον τότε δήμαρχο Αθηναίων Σπυρίδωνα Μερκούρη και προς το Δημοτικό Συμβούλιο, και μπροστά στον υπαρκτό κίνδυνο να αγοραστεί το πρόπλασμα του ανδριάντα από Γάλλο πολίτη, το Δημοτικό Συμβούλιο αποφάσισε το 1900 να εγκρίνει αρχικά ποσό 5.000 δραχμών από δημοτικούς πόρους για την αγορά του προπλάσματος και επιπλέον τη σύσταση ερανικής επιτροπής για να συγκεντρώσει με πανελλήνιους εράνους τα υπόλοιπα χρήματα, ύψους 16.000 φράγκων, για την κάλυψη του συνολικού ποσού αγοράς του υλικού και της χύτευσης του αγάλματος.

Στην Αθήνα το άγαλμα στήθηκε το 1904. Υπήρξε μάλιστα διαφωνία για τον τόπο όπου έπρεπε να τοποθετηθεί. Ο Δήμος Αθηναίων πρότεινε να στηθεί μπροστά στο Ζάππειο Μέγαρο, ενώ η Νομαρχία Αθηνών μπροστά στην Παλαιά Βουλή. Τελικά, η αρχική θέση του αγάλματος (1904) ήταν σε μικρή νησίδα στη γωνία Σταδίου και Κολοκοτρώνη. Στη σημερινή του θέση μεταφέρθηκε το 1954, στη διάρκεια έργων ανάπλασης του περιβόλου της Παλαιάς Βουλής.
Άλλωστε στην περιοχή αυτή, μετά το 1835, έζησε τα τελευταία χρόνια της ζωής του ο Κολοκοτρώνης, στο σπίτι του, στη διασταύρωση των σημερινών οδών Κολοκοτρώνη και Λέκκα.

Το άγαλμα έχει συνολικό ύψος περίπου 9 µέτρα μαζί με το βάθρο του.

Ο Σώχος για να αποδώσει τον Κολοκοτρώνη μελέτησε τα πρόσωπα των εν ζωή συγγενών του, διάβασε τα απομνημονεύματά του, είδε τη φορεσιά και τον οπλισμό του, μελέτησε ακόμη και την ιπποσκευή του. Απέδωσε έτσι ρεαλιστικά τις εξωτερικές λεπτομέρειες. Μάλιστα ο Σώχος επιθυμούσε να φιλοτεχνήσει τον Κολοκοτρώνη με την αυθεντική του μορφή, χωρίς κάλυμμα κεφαλιού, προκειμένου να φαίνεται η γνωστή του χαίτη. Οι πιέσεις όμως ήταν έντονες, διότι η Επιτροπή λαχταρούσε έναν επιβλητικό ήρωα και όχι έναν απλό πολεμιστή. Έτσι αναγκάζουν το γλύπτη να φορέσει στο «Γέρο» περικεφαλαία και μάλιστα βαριά, αρχαιοπρεπή, και έτσι τελικά ο ήρωας απέκτησε την εντυπωσιακή και όλο μεγαλείο περικεφαλαία του.

Δε γνωρίζαμε ούτε τις αντιδράσεις, ούτε τα συναισθήματα του καλλιτέχνη γι αυτή την επιβολή στην εικαστική του άποψη, μέχρι το 2002, όπου κατά τις εργασίες συντήρησης του ανδριάντα στην Αθήνα από την αρχαιολογική υπηρεσία, αποκαλύφθηκε η ακόλουθη επιγραφή στην περικεφαλαία και το εσωτερικό της χαίτης:
«Παρά τη θέλησιν του Σώχου, Κολοκοτρώνη μου, ξαναφόρεσε την περικεφαλαία, Paris 1909.»

Στις δύο πλαϊνές πλευρές του μαρμάρινου βάθρου του φέρει ένθετες, ανάγλυφες, ορειχάλκινες πλάκες, διακοσμημένες µε πολεµικές αναπαραστάσεις από τη δράση του «Γέρου», επίσης φιλοτεχνημένες από τον Σώχο το 1895 και το 1897. Στη μια όψη παριστάνεται η καταστροφή του Δράμαλη και στην άλλη η προτροπή του Γέρου του Μωριά προς τους Έλληνες να κάψουν τα συγχωροχάρτια των τούρκων, που τους είχε δώσει ο σουλτάνος και να προσχωρήσουν στην επανάσταση. Ο Σώχος επέλεξε αυτές τις δύο σκηνές θεωρώντας τες από τις πιο σημαντικές της ζωής του Κολοκοτρώνη, σύμφωνα με τα απομνημονεύματά του.

Στην εμπρόσθια όψη του βάθρου έχει χαραχθεί η επιγραφή: « Έφιππος χώρει γενναίε στρατηγέ ανά τους αιώνας διδάσκων τους λαούς πως οι δούλοι γίνονται ελεύθεροι.» Στην αντίθετη πλευρά θυμίζει ότι ο ανδριάντας αποπερατώθηκε με κοινό έρανο των Ελλήνων το 1904.

Ο δείκτης του χεριού χαράσσει συμβολικά το δρόμο μπροστά, δείχνει το μέλλον. Εκφράζει το όραμα της ελευθερίας που κατακτιέται με αγώνες και θυσίες.

Ο ανδριάντας του Θ. Κολοκοτρώνη αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα υπαίθρια γλυπτά της πρωτεύουσας.

Πηγή: https://argolikivivliothiki.gr/tag

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *