ΟΙ ΑΘΑΝΑΤΟΙ ΡΩΜΑΙΚΟΙ ΔΡΟΜΟΙ.

1adΟι βασικές γνώσεις των Ρωμαίων για την κατασκευή των οδοστρωμάτων προέρχονταν από τους Ετρούσκους και τους Καρχηδόνιους, τις οποίες φυσικά προσάρμοσαν στις νέες ανάγκες. Περί το 100 μ.Χ. η αυτοκρατορία διέθετε ένα οδικό δίκτυο συνολικού μήκους περίπου 80.000 χιλιόμετρων, σε μια περιοχή που σήμερα συμπεριλαμβάνει περισσότερες από 30 χώρες.

Οι ρωμαϊκοί δρόμοι ήταν προσεκτικά σχεδιασμένοι και κατασκευάζονταν έτσι ώστε να είναι στερεοί, εύχρηστοι και όμορφοι. Το ιδανικό ήταν να συνδέουν μια αφετηρία με κάποιον προορισμό μέσω της συντομότερης δυνατής διαδρομής, κάτι που εξηγεί γιατί πολλοί δρόμοι έχουν μακριά ευθεία τμήματα. Πολλές φορές, όμως, οι δρόμοι χρειαζόταν να ακολουθούν τη φυσική διαμόρφωση του εδάφους. Όπου ήταν δυνατόν, σε λοφώδεις και ορεινές περιοχές, οι Ρωμαίοι μηχανικοί κατασκεύαζαν τους δρόμους τους στη μέση της πλαγιάς, από την πλευρά του βουνού που έβλεπε ο ήλιος. Για όσους χρησιμοποιούσαν τους δρόμους, αυτή η θέση ελαχιστοποιούσε οποιαδήποτε δυσκολία θα μπορούσε να προκύψει εξαιτίας αντίξοων καιρικών συνθηκών.

Πρώτα καθοριζόταν η πορεία του δρόμου. Αυτή την εργασία την ανέθεταν σε τοπογράφους της εποχής. Κατόπιν, άφηναν σε λεγεωνάριους, εργάτες ή δούλους την κοπιαστική εργασία του σκαψίματος. Σκάβονταν δύο παράλληλα χαντάκια κατά μήκος των πλευρών του μελλοντικού δρόμου.
Η ελάχιστη απόσταση μεταξύ τους ήταν περίπου 2,5 μέτρα, αλλά η συνηθισμένη απόσταση ήταν 4 μέτρα, ενώ είχαν μεγαλύτερο πλάτος στις στροφές. Το τελικό πλάτος του δρόμου μπορούσε να φτάσει και τα 10 μέτρα. Στη συνέχεια απομάκρυναν το χώμα που υπήρχε ανάμεσα στα δύο χαντάκια, σχηματίζοντας μια βαθιά τάφρο. Το συνολικό πάχος του οδοστρώματος κυμαινόταν μεταξύ 60εκ. και 250 εκ. Μόλις έφταναν σε στέρεο έδαφος, γέμιζαν το κοίλωμα με τρεις ή τέσσερις στρώσεις διαφορετικών υλικών.
Η πρώτη στρώση συνήθως αποτελούνταν από μεγάλες πέτρες ή μπάζα. Κατόπιν πρόσθεταν χαλίκια ή επίπεδες πέτρες, υλικά που συγκρατούνταν με σκυροκονίαμα. Το λεγόμενο ρωμαϊκό μπετόν ήταν ένα μίγμα ηφαιστειακού χώματος, αρχικά από την πόλη Puteoli της Καμπανίας, το οποίο ανακατευόταν με ασβέστη και χαλίκι. Αυτό το υλικό χυνόταν και σε ξύλινα καλούπια, όπως το σημερινό σκυρόδεμα. Πάνω έβαζαν συμπιεσμένα χαλίκια. Τοποθετούσαν τα κράσπεδα και στις δύο πλευρές της διαδρομής.
Η τελευταία επίστρωση ήταν από μεγάλες κροκάλες. Το κεντρικό μέρος του δρόμου το κατασκεύαζαν λίγο υπερυψωμένο , κατευθύνοντας έτσι τα όμβρια ύδατα στα αποχετευτικά χαντάκια που κατασκεύαζαν στις δυο πλευρές του δρόμου.

Αποτέλεσμα ήταν να κατασκευαστούν δρόμοι, οι οποίοι είχαν τεράστια ανθεκτικότητα και μερικοί διατηρούνται μέχρι τις ημέρες μας (υπολείμματα της Εγνατίας οδού είναι και σήμερα ορατά στο ύψος της Καβάλας).
Οι ταξιδιώτες μπορούσαν να πάρουν πληροφορίες για τις αποστάσεις συμβουλευόμενοι τα οδόσημα. Αυτές οι πέτρες, οι οποίες διέφεραν σε σχήμα και ήταν συνήθως κυλινδρικές, τοποθετούνταν κάθε 1.480 μέτρα – όσο ήταν το μήκος του ρωμαϊκού μιλίου. Ο πεζός, συνήθως, κάλυπτε περίπου 25 με 30 χιλιόμετρα την ημέρα. Σε αυτή την απόσταση υπήρχαν σταθμοί ανάπαυσης, όπου οι ταξιδιώτες μπορούσαν να αλλάξουν άλογα, να αγοράσουν τρόφιμα ή, σε μερικές περιπτώσεις, να διανυκτερεύσουν. Μερικά από αυτά τα σημεία παροχής υπηρεσιών εξελίχθηκαν σε κωμοπόλεις.
Στρατιώτες, πρέσβεις, έμποροι, κήρυκες, γεωγράφοι, περιηγητές, καλλιτέχνες όλοι τους χρησιμοποιούσαν αυτούς τους δρόμους. Και μαζί τους διακινούνταν ιδέες, καλλιτεχνικές επιρροές καθώς και φιλοσοφικές και θρησκευτικές δοξασίες, περιλαμβανομένων και εκείνων της Χριστιανοσύνης. Μέχρι τα μέσα περίπου του 19ου αιώνα οι άμαξες της εποχής χρησιμοποιούσαν ακόμα τις ρωμαϊκές οδούς, στις οποίες φυσικά είχαν γίνει κατά καιρούς εργασίες συντήρησης και βελτίωσης.

ΜΙΑ ΑΡΧΑΙΑ ΣΤΑΧΤΟΜΠΟΥΤΑ.

Στις αρχές του 6ου αι. ζούσε στη Θράκη η όμορφη Ροδώπη, («η ροδομάγουλη»). Ήταν δούλη του Ιάδμονα. (Μαζί της δούλος ήταν και ο μυθοποιός Αίσωπος.) Ο Ιάδμονας κάποτε είχε ανάγκη από χρήματα και πούλησε την όμορφη Ροδώπη στον Ξάνθο. Αυτός την πήρε μαζί του στην Αίγυπτο, στην πόλη Ναύκρατη, και την έβαλε να δουλεύει ως εταίρα. Την ίδια εποχή ήρθε από τη Μυτιλήνη στη Ναύκρατη ο έμπορος Χάραξος, ο αδελφός της ποιήτριας Σαπφούς. Αγάπησε τη Ροδώπη, πλήρωσε ένα μεγάλο ποσόν και την ελευθέρωσε. Μάλιστα ξέρουμε ότι η Σάπφω την κακολογούσε στον αδελφό της κακοχαρακτηρίζοντας την και κριτικάροντας έντονα την επιλογή του. Ο Χάραξος, απορρίπτοντας έντονα όλες τις επιφυλάξεις της αδερφής του, έμεινε μαζί με τη Ροδώπη κάποιο διάστημα, αργότερα όμως την άφησε και γύρισε στη Μυτιλήνη.
Η Ροδώπη έμεινε στην Αίγυπτο, όπου έγινε πασίγνωστη για τις χάρες της και την ομορφιά της και απέκτησε χρήματα πολλά.

Κάποια μέρα πήγε με τις δούλες της στο Νείλο για να κολυμπήσει. Άφησε στην όχθη του τα ρούχα της και τα κομψότατα σανδάλια της, που ήταν διακοσμημένα με αστραφτερά πετράδια. Και ενώ εκείνη λουζόταν, η τύχη, που -όπως μας λέει ο Αιλιανός- αγαπά τα παράδοξα και τα απροσδόκητα να κάνει, έφερε έναν αετό να πετάξει πάνω απ’ εκείνο το σημείο.
Ο αετός, θαμπωμένος απ’ το λαμπύρισμα των πετραδιών που κοσμούσαν τα σανδάλια, χυμάει και αρπάζει ένα απ αυτά, και μετά από λίγο το αφήνει να πέσει στα πόδια του Φαραώ Ψαμμήτιχου, την ώρα που αυτός δίκαζε στην αυλή του παλατιού στη Μέμφιδα! (Κατά τον Ηρόδοτο δεν ήταν ο Ψαμμήτιχος αλλά ο Φαραώ Άμασις.)

Ο Ψαμμήτιχος, εντυπωσιασμένος από την κομψότητα και τη λεοπτοδουλειά του υποδήματος, καθώς και απ’ την ενέργεια του πτηνού, και πιστεύοντας ότι ήταν ένα σημάδι από το θεό `Ώρο, ζήτησε από τους ανθρώπους του να ψάξουν όλη την Αίγυπτο και να βρουν την κάτοχό του- έχοντας την πεποίθηση ότι μόνο σε μια πολύ όμορφη γυναίκα θα ταίριαζε αυτό το πέδιλο. Πραγματικά, βρήκαν τη Ροδώπη, την παρουσίασαν στο βασιλιά και αυτός την πήρε ως σύζυγό του.

Υποθέτω όλοι σας καταλάβατε ότι η ιστορία της Ροδώπης αποτελεί τον πρωταρχικό πυρήνα του διάσημου παραμυθιού «Σταχτοπούτα»

.1039800_985766904770313_826888693937636666_o

ΞΕΝΑΓΗΣΗ ΣΤΟΝ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟ ΧΩΡΟ ΕΛΕΥΣΙΝΑΣ

Κυριακή 2 Νοεμβρίου 2014.

Ώρα έναρξης: 10 π.μ.

Τόπος συνάντησης: στο πλάτωμα μπρος στην εκκλησία των Αγίων Ασωμάτων, γωνία Ερμού και Αγ. Ασωμάτων, δίπλα στο σταθμό του τραίνου του Θησείου.

Η εκδρομή θα γίνει με λεωφορείο. Θα ακολουθήσουμε την διαδρομή της αρχαίας Πομπής των Ελευσινίων Μυστηρίων, μέσω της Ιεράς οδού, με τις ανάλογες επεξηγήσεις για τα αρχαία «στάσιμα» της πομπής.

Κόστος ξενάγησης: 5 ευρώ.
Κόστος μεταφοράς: 7 ευρώ.
Εισιτήριο εισόδου : 0

Διάρκεια ξενάγησης: περίπου 3,5 ώρες.

Παρακαλούμε δηλώστε συμμετοχή στο site www.filoixenagiseon.gr
ή στο τηλέφωνο 6931392122

Η ξενάγηση γίνεται σε συνεργασία με τον σύλλογο “Αρμονία”www.elemelap-armonia.gr
1383708_975694345777569_4860071470141582074_n

Άγιος Γεώργιος ο Μεγαλομάρτυρας και Τροπαιοφόρος

Βιογραφία

Ο λαοφιλής Άγιος Γεώργιος ο μεγαλομάρτυρας και Τροπαιοφόρος γεννήθηκε περίπου το 275 μ.Χ. στην Καππαδοκία, από γονείς χριστιανούς. Ο πατέρας του, μάλιστα, πέθανε μαρτυρικά για το Χριστό όταν ο Γεώργιος ήταν δέκα χρονών. Η μητέρα του τότε τον πήρε μαζί της στην πατρίδα της την Παλαιστίνη, όπου είχε και τα κτήματα της. Όταν έγινε 18 χρονών, στρατεύθηκε στο ρωμαϊκό στρατό. Αν και νέος στην ηλικία, διεκπεραίωνε τις στρατιωτικές του υποχρεώσεις τέλεια. Όλοι τον θαύμαζαν για το παράστημα του. Γι’ αυτό, γρήγορα τον προήγαγαν σε ανώτερα αξιώματα και του έδωσαν τον τίτλο του κόμη και ο Διοκλητιανός τον εκτιμούσε πολύ.

Ομολογητής

Από την εποχή του αυτοκράτορα Δεκίου μέχρι την εποχή που ανέβηκε στον θρόνο ο Διοκλητιανός, το 283 μ.χ., η Χριστιανική Εκκλησία μεγάλωσε πάρα πολύ, γιατί επικρατούσε ειρήνη. Οι Χριστιανοί πήραν πολλές δημόσιες θέσεις, έκτισαν πολλούς και μεγάλους ναούς, διάφορα σχολεία και οργάνωσαν την διοίκηση και τη διαχείριση των εκκλησιών και της φιλανθρωπίας.                                                                                                                                                 Ο Διοκλητιανός αρχικά εργάστηκε για την οργάνωση του κράτους του. Προσέλαβε στρατηγούς για βοηθούς του που τους ονόμασε αυτοκράτορες και Καίσσαρες κι αφού πέτυχε να υποτάξει τους εχθρούς του κράτους και να σταθεροποιήσει τα σύνορα του, στράφηκε στα εσωτερικά ζητήματα. Δυστυχώς, στράφηκε εναντίον της Χριστιανικής Θρησκείας για να ανορθώσει την ειδωλολατρία. Γι’ αυτό το λόγο λοιπόν, κάλεσε τους βοηθούς του Καίσσαρες το 303 μ.χ. και τους στρατηγούς στην πρωτεύουσα του ανατολικού Ρωμαϊκού κράτους σε τρεις γενικές συγκεντρώσεις. Ανάμεσα τους βρισκότανε και ο 28χρονος Γεώργιος, που διακρίθηκε πολλές φορές στους πολέμους.                                                                                                       Συγκεντρώθηκαν λοιπόν όλοι, για να πάρουν αποφάσεις για την εξόντωση και τον αφανισμό της Χριστιανικής πίστης. Πρώτος μίλησε ο Διοκλητιανός και επέβαλε σε όλους ν’ αναλάβουν τον εξοντωτικό αγώνα εναντίον του Χριστιανισμού. Όλοι υποσχέθηκαν ότι θα καταβάλουν κάθε προσπάθεια, για να εξαλείψουν την Χριστιανική Θρησκεία από το Ρωμαϊκό κράτος. Τότε ο γενναίος Γεώργιος σηκώθηκε και είπε: «Γιατί, βασιλιά και άρχοντες, θέλετε να χυθεί αίμα δίκαιο και άγιο και να εξαναγκάσετε τους Χριστιανούς να προσκυνούν και να λατρεύουν τα είδωλα»; Και διακήρυξε την αλήθεια της Χριστιανικής Θρησκείας και την Θεότητα του Χριστού.  Μόλις τέλειωσε, όλοι συγχυστήκανε μ’ αυτή την ομολογία του και προσπάθησαν να τον πείσουν να μετανοήσει για όσα είπε, καταπραΰνοντας έτσι και τον Διοκλητιανό. Αλλά ο Γεώργιος ήταν σταθερός και με θάρρος διακήρυσσε την Χριστιανική του πίστη.

Στη φυλακή

Οργισμένος ο Διοκλητιανός διέταξε να τον κλείσουν στην φυλακή κα να του περισφίγξουν τα πόδια στο ξύλο και αφού τον ξαπλώσουν ανάσκελα, να βάλουν πάνω στο στήθος του μεγάλη και βαριά πέτρα.                                                                                                                                          Το άλλο πρωί ο Διοκλητιανός διέταξε να του παρουσιάσουν τον Γεώργιο για να τον ανακρίνει . Και πάλι αυτός έμεινε ακλόνητος στην ομολογία του και παρ’ όλες τις κολακείες και τις υποσχέσεις του αυτοκράτορα διακήρυττε την πίστη του και μιλούσε για τους ουράνιους θησαυρούς. Ο Διοκλητιανός οργίστηκε από τα λόγια του και διέταξε τους δήμιους να δέσουν τον Άγιο σε ένα μεγάλο τροχό για να κομματιαστεί το σώμα του. Μάλιστα ειρωνεύτηκε την ανδρεία του Αγίου και τον κάλεσε να προσκυνήσει τα είδωλα. Ο Γεώργιος ευχαρίστησε τον Θεό που τον αξίωνε να δοκιμαστεί και δέχτηκε με ευχαρίστησε να υποστεί το φοβερό αυτό μαρτύριο, που χώριζε σε μικρά λεπτά κομμάτια ολόκληρο το σώμα του, επειδή γύρω γύρω από τον τροχό υπήρχαν μπηγμένα κοφτερά σίδερα, που μοιάζανε με μαχαίρια. Πραγματικά μόλις ο τροχός κινήθηκε τα κοφτερά σίδερα άρχισαν να κόβουν το σώμα του. Τότε ακούστηκε μια φωνή από τον ουρανό που έλεγε : «Μη φοβάσαι, Γεώργιε, γιατί εγώ είμαι μαζί σου» και αμέσως ένας άγγελος ελευθέρωσε τον Άγιο, λύνοντας τον από τον τροχό και θεραπεύτηκε όλο το καταπληγωμένο σώμα του.                                                                                                                         Ο Γεώργιος αφού απέκτησε το θαυμάσιο παράστημα του, με όψη αγγελική, παρουσιάστηκε στον Διοκλητιανό που είχε πάει με άλλους να κάνει θυσία. Μόλις τον είδαν έμειναν όλοι έκθαμβοι και απορημένοι. Μερικοί δε ισχυριζόντουσαν ότι είναι κάποιος που του μοιάζει και άλλοι ότι είναι φάντασμα. Καθώς όμως σχολιάζανε το γεγονός, εμφανίστηκαν μπροστά στον βασιλιά δύο από τους αξιωματικούς του, ο Πρωτολέοντας και ο Ανατόλιος (βλέπε 23 Απριλίου) με χίλιους στρατιώτες και ομολόγησαν την πίστη τους στον Χριστό. Ο Διοκλητιανός θύμωσε τόσο που έγινε έξαλλος και διέταξε να τους σκοτώσουν, πράγμα που έγινε αμέσως.           Έπειτα διέταξε να γεμίσουν αμέσως ένα λάκκο με ασβέστη και νερό και αφού ρίξουν μέσα τον Γεώργιο, να τον αφήσουν μέσα τρεις μέρες και τρεις νύχτες έτσι που να διαλυθούν και τα κόκκαλα του.                                                                                                                                   Πραγματικά οι δήμιοι ρίξανε τον Άγιο στον ζεματιστό ασβέστη και κλείσανε το στόμα του λάκκου. Μετά από τρεις μέρες ο Διοκλητιανός έστειλε στρατιώτες να ανοίξουν το λάκκο. Με μεγάλη τους έκπληξη όμως βρήκαν τον Γεώργιο όρθιο, μέσα στον ασβέστη και προσευχόταν. Το γεγονός εντυπωσίασε και προκάλεσε θαυμασμό και ενθουσιασμό στο λαό, που φώναζε: «Ο Θεός του Γεωργίου είναι μεγάλος». Ο Διοκλητιανός ζήτησε εξηγήσεις από τον Γεώργιο, που έμαθε τις μαντικές τέχνες και πως τις χρησιμοποιεί. Ο Γεώργιος τότε του απάντησε ότι τα γεγονότα ήταν αποτέλεσμα της θείας χάρης και δύναμης και όχι μαγείας και γοητείας.               Ο Διοκλητιανός οργισμένος διέταξε να του φορέσουν πυρακτωμένα παπούτσια με σιδερένια καρφιά και τον εξαναγκάσουν να περπατά. Ο Άγιος προσευχόταν και περπατούσε χωρίς να πάθει τίποτα. Πάλι διέταξε να τον φυλακίσουν και σκέφτηκε να φωνάξει του άρχοντες για να συσκεφτούν τι έπρεπε να κάμουν στον Γεώργιο. Και αφού τον δείρανε τόσο πολύ με μαστίγια και καταπλήγωσαν ολόκληρο το σώμα του Αγίου, τον παρουσίασαν στον Διοκλητιανό, που έμεινε έκπληκτος βλέποντας τον Γεώργιο να λάμπει σαν Άγγελος. Σκέφτηκε, λοιπόν, ότι το φαινόμενο αυτό οφειλόταν στις μαγικές του ικανότητες. Γι’ αυτό κάλεσε τον μάγο Αθανάσιο (βλέπε 23 Απριλίου), για να λύσει τα μάγια του Γεωργίου.

Αβλαβής από το δηλητήριο

Ήλθε, λοιπόν ο μάγος Αθανάσιος, κρατώντας στα χέρια του δύο πήλινα αγγεία, όπου υπήρχε δηλητήριο. Στο πρώτο αγγείο το δηλητήριο προξενούσε τρέλα, ενώ στο δεύτερο τον θάνατο. Αμέσως οδήγησαν τον Άγιο στον Διοκλητιανό και στον μάγο Αθανάσιο. Ο βασιλιάς διέταξε να του δώσουν να πιει το πρώτο δηλητήριο. Ο Άγιος χωρίς δισταγμό ήπιε το δηλητήριο του πρώτου δοχείου, αφού προηγουμένως προσευχήθηκε , λέγοντας: «Κύριε Ιησού Χριστέ, ο Θεός ημών, ο ειπών καν θανάσιμον τι πίωτιν, ου μη αυτούς βλάψει, θαυμάστωσον νυν τα ελέη σου». Και δεν έπαθε απολύτως τίποτα!                                                                                                        Μόλις είδαν ότι δεν έπαθε απολύτως τίποτα, ο βασιλιάς διέταξε να του δώσει ο μάγος και το δεύτερο αγγείο. Το ήπιε και αυτό χωρίς να πάθει το παραμικρό. Τότε όλοι έμειναν έκπληκτοι από αυτό το θαύμα. Ο Διοκλητιανός εξακολουθούσε να επειμένει ότι για να μην πεθάνει ο Γεώργιος είχε δικά του μάγια. Ο μάγος Αθανάσιος που ήξερε πόσο δραστικά ήταν τα δηλητήρια, αφού γονάτισε μπροστά στον μάρτυρα, ομολόγησε την πίστη του στον αληθινό Θεό. Τότε ο Διοκλητιανός διέταξε και φόνευσαν τον Αθανάσιο αμέσως. Εκείνη την στιγμή έφθασε και η γυναίκα του Διοκλητιανού Αλεξάνδρα (βλέπε 21 Απριλίου), που ομολόγησε την πίστη της στον αληθινό Θεό. Και ο σκληρός και άκαρδος Διοκλητιανός διέταξε να την φυλακίσουν και την επομένη να της κόψουν το κεφάλι. Η Αλεξάνδρα ενώ προσευχόταν στην φυλακή, παρέδωσε την ψυχή της στα χέρια του Θεού.

Το μαρτυρικό τέλος του Αγίου

Ο Άγιος Γεώργιος κλείστηκε στην φυλακή και την νύκτα είδε στ’ όνειρο του τον Χριστό, που του ανάγγειλε ότι θα πάρει το στεφάνι του μαρτυρίου και θα αξιωθεί της αιωνίου ζωής. Σαν ξημέρωσε διατάχτηκαν οι στρατιώτες από τον ο Διοκλητιανό να παρουσιάσουν μπροστά του τον Άγιο. Πραγματικά ο Άγιος βάδιζε γεμάτος χαρά προς τον βασιλέα, επειδή προγνώριζε ότι έφτασε το τέλος του. Μόλις λοιπόν τον αντίκρισε ο Διοκλητιανός, του πρότεινε να πάνε στον ναό του Απόλλωνα για να θυσιάσει στο είδωλο του. Όταν μπήκε ο Άγιος στον ναό, σήκωσε το χέρι και αφού έκανε το σημείο του σταυρού διέταξε το είδωλο να πέσει. Αμέσως τούτο έπεσε και έγινε κομμάτια.                                                                                                                                       Ο ιερέας των ειδώλων και ο λαός τόσο πολύ θύμωσαν, που φώναζαν στον βασιλέα να θανατώσει τον Γεώργιο. Ο Διοκλητιανός έβγαλε διαταγή και του έκοψε το κεφάλι.                        Ο πιστός υπηρέτης του Αγίου, Πασικράτης, εκτελώντας την επιθυμία του Αγίου, παρέλαβε το Άγιο λείψανο του Μάρτυρα μαζί με αυτό της μητέρας του Αγίας Πολυχρονίας (βλέπε 23 Απριλίου) και το μετέφερε στη Λύδδα της Παλαιστίνης. Από εκεί, όπως βεβαιώνουν οι πηγές, οι Σταυροφόροι πήραν τα ιερά λείψανα της Αγίας Πολυχρονίας και τα μετέφεραν στη Δύση.

Κατά την Εκκλησία μας, ο ένδοξος αυτός μεγαλομάρτυρας είναι ο μαργαρίτης ο πολύτιμος, ο αριστεύς ο θείος, ο λέων ο ένδοξος, ο αστήρ ο πολύφωτος, του Χριστού οπλίτης, της ουρανίου στρατιάς ο συνόμιλος.

Η μνήμη του Αγίου Γεωργίου του Αγίου Μεγαλομάρτυρα Τροπαιοφόρου τιμάται στις 23 Απριλίου.

Αναδημοσίευση από: Ορθόδοξος Συναξαριστής

agios-georgios

Ἐχθροὺς ὁ τέμνων Γεώργιος ἐν μάχαις, Ἑκὼν παρ’ ἐχθρῶν τέμνεται διὰ ξίφους. Ἦρε Γεωργίου τρίτῃ εἰκάδι αὐχένα χαλκός.

 

ΑΓΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΠΑΛΑΜΑΣ

Γρηγόριος+Παλαμάς

Άγιος Γρηγόριος Παλαμάς (1296-1359)

“ΚΥΡΙΕ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΕ ΦΩΤΙΣΟΝ ΜΟΥ ΤΟ ΣΚΟΤΟΣ”

Από την Ιερά Μονή Ασωμάτων- Πετράκη

Ο θείος αυτός πατέρας, καταγόταν από την Aσία και ανετράφη από παιδί στην βασιλική αυλή της Κωνσταντινούπολης. Τελείωσε τις σπουδές του στη φιλοσοφία, ρητορική και φυσική. Στη λογική, κατά την αποφοιτήριο διάλεξή του ενώπιον του αυτοκράτορα και των αξιωματούχων, ο πρύτανης του πανεπιστημίου ανεφώνησε με θαυμασμό ότι αν ήταν παρών και ο ίδιος Aριστοτέλης θα τον επαινούσε.
Μετά τις σπουδές του όμως, απέρριψε τη προσφορά υψηλών αξιωμάτων του αυτοκράτορα, εγκατέλιψε τα βασίλεια και από είκοσι χρονών ασκήτευσε στο
Άγιον Όρος. Πρώτα στην Λαύρα του Βατοπεδίου κατόπιν στη Λαύρα του Αθανασίου καθώς και στην ερημική τοποθεσία Γλωσσία, σημερινή Προβάτα. Ανεχώρησε από το Όρος για τα Ιεροσόλυμα, αλλά στην Θεσσαλονίκη είδε σε όραμα τον Άγιο Δημήτριο που του απαίτησε να μείνει και να μονάσει εκεί κοντά. Εμόνασε τότε στη Βέροια και τριάντα χρονών έγινε ιερέας. Εκεί πλήθη μοναχών και λαϊκών προσέτρεχαν να τον συμβουλευθούν. Μετά πέντε χρόνια και λόγω εισβολής των Σέρβων επέστρεψε στον Άθωνα σε κοντινό κελί της Μεγίστης Λαύρας, όπου έφθασε σε μεγάλα ύψη φωτισμού και εκεί σε όραμα έλαβε εντολή να ασχοληθεί με δογματικά θέματα. Κατόπιν λόγω της φήμης του αναγκάσθηκε να γίνει ηγούμενος για ένα χρόνο στη μονή Εσφιγμένου. Αργότερα έγινε και αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης για δώδεκα χρόνια, αλλά μόνο στα μισά παρέμεινε λόγω περιπετειών, από τη δράση του, μέχρι και φυλακής.
Παραστάθηκε στις συγκροτηθείσες συνόδους του 1341 και 1347 και πολέμησε τις κακοδοξίες των δυτικόφρονων Βαρλαάμ και Ακινδύνου.
Έγραψε πολλά θεολογικά συγγράμματα ιδιαίτερα δογματικά για να καταπολεμήσει τους αιρετικούς, όπως περί του
Αγίου Πνεύματος, καθώς και επιστολές στους αντιησυχαστές, επίσης διάφορα ομολογιακά κείμενα. Είναι ο θεολόγος της χάριτος, του ακτίστου φωτός.
Μετά στασιμότητα πολλών αιώνων ο Γρηγόριος πέτυχε να ανανεώσει την θεολογική ορολογία και να δώσει νέες κατευθύνσεις στη θεολογική σκέψη. Ξεκίνησε από προσωπικές εμπειρίες και απέδειξε ότι το έργο της θεολογίας είναι ασύγκριτα ανώτερο από της φιλοσοφίας και επιστήμης. Αξιολογεί την έξω σοφία ως περιορισμένη, αναφέροντας δύο γνώσεις, την θεία και την ανθρώπινη και δύο Θεϊκά δώρα, τα φυσικά για όλους και τα υπερφυσικά ή πνευματικά που δίδονται όποτε θέλει ο Θεός και μόνο στους καθαρούς και αγίους, στους τελείους. Η θεολογία ολοκληρώνεται δια της θεοπτίας.
Οι αντίπαλοι του Παλαμά πίστευαν στο χωρίο του Ιωάννου ότι <<τον Θεόν ουδείς εώρακε πώποτε>> και κατηγορούσαν τους μοναχούς που είχαν θεοπτία, ως ομφαλοσκόπους. Ο Γρηγόριος αντέτεινε ότι ο Κύριος είπε: <<οι καθαροί στην καρδία τον Θεόν όψονται>> (Ματθ. 5,8). Θεμελιώδης προσφορά του Γρηγορίου στην θεολογία είναι η διάκρισις στην ουσία και ενέργεια του Θεού. Η ύπαρξη του Θεού συνίσταται σε δύο. Στην ουσία Του, η οποία είναι άκτιστη, ακατάληπτη και αυθύπαρκτη και ονομάζεται κυριολεκτικά θεότης (εδώ αναφέρεται το ουδείς εώρακε) και στις ενέργειές Του, οι λεγόμενες ιδιότητες ή προσόντα που είναι μεν άκτιστες, αλλά καταληπτές.
Άλλο λοιπόν η θεότης και άλλο η βασιλεία, η αγιότης κ.λ.π.
Ο άνθρωπος είναι μίγμα δύο διαφόρων κόσμων και συγκεφαλαιώνει όλη την κτίση.
Ακολουθώντας την Πατερική γραμμή σε σύγκριση με τη πλατωνική και βαρλααμική ανθρωπολογία, θεωρεί ότι το σώμα του ανθρώπου δεν είναι πονηρό, αλλά αποτελεί κατοικία του νου, αφού μάλιστα καθίσταται και του Θεού κατοικία, έτσι μαζί με τη ψυχή καθιστά τον άνθρωπο ενιαίο και αδιάσπαστο σύνολο. Η αναγέννηση του ανθρώπου γίνεται με το βάπτισμα και η ανακαίνιση με την θεία Ευχαριστία. Είναι τα δύο θεμελιώδη μυστήρια, της θείας οικονομίας.
Το ουσιωδέστερο στοιχείο της διδασκαλίας του αγίου Γρηγορίου Παλαμά συνίσταται στην ανύψωση του ανθρώπου υπεράνω αυτού του κόσμου. Η εμπειρία της θεώσεως είναι δυνατή από εδώ με την παράδοξο σύνδεση του ιστορικού με του υπεριστορικού. Το φως που είδαν οι μαθητές του Χριστού στο Θαβώρ, το φως που βλέπουν οι καθαροί ησυχαστές σήμερα και η υπόστασις των αγαθών του μέλλοντος αιώνος αποτελούν τις τρείς φάσεις ενός και του αυτού πνευματικού γεγονότος, σε μια υπερχρόνια πραγματικότητα.
Προβάλλει λοιπόν η Εκκλησία την μνήμη του στη δεύτερη Κυριακή, ως συνέχεια, τρόπον τινά και επέκταση της πρώτης Κυριακής, της Ορθοδοξίας. Η μνήμη του αγίου Γρηγορίου Παλαμά είναι ένα είδος δευτέρας <<Κυριακής της Ορθοδοξίας>>
Κοιμήθηκε σε ηλικία 63 χρονών στις 14 Νοεμβρίου από ασθένεια και αγιοποιήθηκε σύντομα. Το ιερό του λείψανο σώζεται σήμερα στη μητρόπολη της Θεσσαλονίκης.
(*) Ε.Π.Ε ΓΡΗΓ.ΠΑΛΑΜΑ Τομ. 9ος.

Β!

 

 

 

ΔΙΟΜΗΔΗΣ, Ο ΟΜΗΡΙΚΟΣ ΒΑΣΙΛΙΑΣ ΤΟΥ ΑΡΓΟΥΣ.

 

Ο ήρωας Διομήδης ήταν γιος του Τυδέα και σύζυγος της Αιγιάλειας, ένας από τους «Επιγόνους» των «Επτά επί Θήβας» και βασιλιάς του Άργους την εποχή του Τρωικού πολέμου. Ήταν ανηψιός του Ηρακλή και καλός φίλος του Οδυσσέα. Οι τρεις τους ήταν οι αγαπημένοι ήρωες της θεάς Αθηνάς. Μαζί με τον Σθένελο και τον Ευρύαλο συμμετείχαν στην εκστρατεία κατά της Τροίας με 80 πλοία και άνδρες από όλη την επικράτειά του, που εκτός από το Άργος επεκτεινόταν στην Τίρυνθα, την Ασίνη, την Ερμιόνη, την Αίγινα, την Επίδαυρο, την Τροιζήνα και άλλες πολιτείες. Ως μνηστήρας της Ελένης, είχε χρέος μετά την απαγωγή της να είναι κι αυτός παρών, όπως είχε υποσχεθεί με όρκο στον πατέρα της.

Ο βασιλιάς του Άργους είναι ο ευνοούμενος ήρωας του Ομήρου, ο οποίος αφιερώνει το μεγαλύτερο μέρος της Ε’ ραψωδίας για να εξυμνήσει τα ηρωικά κατορθώματά του. Η μορφή του κυριαρχεί από την αρχή της Ιλιάδας και συναγωνίζεται σε ανδρεία τον Αχιλλέα και τον Αίαντα, μετά τους οποίους θεωρείται “ο ανδρειότατος καν στρατηγικότατος των πάντων”. Μάλιστα ο Όμηρος για να εξάρει την ανδρεία του, σε κανένα μέρος της Ιλιάδας δεν βάζει τον Αχιλλέα και τον Διομήδη να πολεμούν μαζί. Όταν διαπρέπει ο ένας στο πεδίο της μάχης, ο άλλος απουσιάζει είτε γιατί έχει τραυματιστεί, είτε για κάποια άλλη αιτία.
Εισορμούσε στις εχθρικές φάλαγγες χωρίς να νοιάζεται αν τον ακολουθεί ο στρατός του και τις διέτρεχε σκορπώντας το θάνατο και διασκορπίζοντάς τες. Απελπισμένος ο Έκτωρ παρακαλούσε την Αθηνά να τον πάρει μακριά από τις μάχες. Μάλιστα πάνω στην μάχη τραυμάτισε δύο θεούς, την θεά Αφροδίτη και τον ίδιο τον θεό Άρη.

Όπως φανερώνει και το όνομά του – (< Ζεύς (γεν.Διός) + μήδομαι (σκέφτομαι, συμβουλεύω), “αυτός που έχει θεϊκή σκέψη, που τον συμβουλεύει ο Δίας)- χαρακτηρίζεται από τη σοφία των απόψεών του για αυτό η γνώμη του γίνεται δεκτή και σεβαστή ακόμα και από πολύ πρεσβυτέρους του συμπολεμιστές, συμπεριλαμβανομένου του Αγαμέμνονος και του Νέστορος και ποτέ δεν διαπράττει ύβριν.

Ο Διομήδης ήταν ένας από τους πολεμιστές που εισέβαλαν στην Τροία χρησιμοποιώντας το Δούρειο Ίππο.

Όταν γύρισε από την Τροία, βρήκε και αυτός τον οίκο του αλλοτριωμένο. Κατά την απουσία του η Αιγιάλη, αφού συνδέθηκε με πολλούς εραστές, κατέληξε στον γιο του Σθένελου Κομήτη, στον οποίο ο Διομήδης είχε εμπιστευθεί την φροντίδα του οίκου του. Ο Κομήτης και η Αιγιάλη είχαν αποφασίσει να τον εξοντώσουν, στήνοντάς του ενέδρα μόλις γύριζε στο Άργος.

Η πολεμική πείρα έσωσε τον Διομήδη από την προδοσία, όταν χωρίς τους συντρόφους του ξεκίνησε μόνος και επιφυλακτικός για το παλάτι. Εκεί δέχτηκε την αιφνιδιαστική επίθεση του Κομήτη και των φρουρών του. Απέκρουσε με το ξίφος του την παγίδα και οπισθοχωρώντας πρόλαβε και κατέφυγε ικέτης στον βωμό της Αθηνάς, όπου δεν τόλμησε να τον πλησιάσει ο Κομήτης. Όταν νύχτωσε βγήκε κρυφά για να βρει τους συντρόφους του, που περίμεναν στα πλοία.

Θα ήταν πολύ εύκολο για τον πορθητή των Επτάπυλων Θηβών και τους παλαίμαχους άνδρες του να πολιορκήσουν το Άργος και να το κυριεύσουν. Δεν βαστούσε όμως η καρδιά του να αιματοκυλίσει την δοξασμένη πόλη, που ήταν άλλοτε το βασίλειό του.

Έτσι την ίδια νύχτα παίρνοντας μαζί του στα Αργείτικα πλοία όσους συντρόφους θέλησαν να αφήσουν και αυτοί την πατρίδα τους και να τον ακολουθήσουν, έφυγε αναζητώντας μια νέα γη για να εγκατασταθεί και να ιδρύσει ένα νέο βασίλειο στη μακρινή Εσπερία.

Σύμφωνα με την επικρατέστερη παράδοση ο Διομήδης αποβιβάστηκε στην Απουλία, χώρα της Αδριατικής. Ο βασιλιάς της Δαύνος βρισκόταν σε πόλεμο και ζήτησε τις πολεμικές υπηρεσίες του. Σε αντάλλαγμα του υποσχέθηκε μέρος του βασιλείου του και την κόρη του Ευίππη για σύζυγο. Αφού έλαβε όμως τη βοήθεια, δεν τήρησε την υπόσχεση του.

Τότε ο Διομήδης κυριεύει την χώρα μόνος του, σημαδεύοντας τα σύνορα του δυτικού βασιλείου του με πέτρες από τα τείχη της Τροίας, που τις είχε χρησιμοποιήσει για έρμα στα καράβια του. Εκεί ίδρυσε πόλεις και την πρώτη την ονόμασε Άργος Ίππιον, (Argirippa) τα δε κοντινά νησιά ονομάστηκαν Διομήδειαι νήσοι.

Σύμφωνα με άλλη παράδοση ο Δαύνος κατάφερε με δόλο να σκοτώσει τον ήρωα. Ο Διομήδης θάβεται σ’ ένα κοντινό νησί που πήρε το όνομά του.
Η Αθηνά όμως του χάρισε την αθανασία, και οι σύντροφοί του επειδή θρηνούσαν απαρηγόρητοι, μεταμορφώθηκαν από την θεά σε ερωδιούς. Πράγματι κατά την παράδοση στο νησί που λέγεται Διομήδεια είχε πολλούς ερωδιούς. Αυτοί, έλεγαν, πως τους βαρβάρους ούτε αποστρέφονταν αλλά ούτε και τους πλησίαζαν. Εάν όμως έφθαναν εκεί Έλληνες ταξιδιώτες, σαν από θεία χάρη τους πλησίαζαν και απλώνοντας τα φτερά τους σαν χέρια, τους καλωσορίζαν και τους αγκάλιαζαν. Και όταν οι Έλληνες τους χάιδευαν, δεν έφευγαν αλλά κούρνιαζαν άφοβα στην αγκαλιά τους, σαν να υποδέχονταν αγαπητούς καλεσμένους.

Στη χώρα που κατέφυγε, σε πολλά μέρη των ανατολικών ακτών της Ιταλίας, στη Βενετία, στη Σαλαμίνα της Κύπρου, στην Κέρκυρα και σε άλλα μέρη της Ελλάδας, λατρεύτηκε σαν θεός.
Ο Βιργίλιος, ο Δάντης και ο Σαίξπηρ έχουν χρησιμοποιήσει την ηρωική μορφή του Διομήδη στα έργα τους.

Κύρια πηγή: Ιωάννης Κ. Μπίμπης, «Αργολικά Παλαμήδης».
Εικόνα: Άγαλμα της Αθηνάς που συμβουλεύει τον Διομήδη λίγο πριν μπει στη μάχη – (Γέφυρα Schlossbrücke, Βερολίνο).

 

Top of Form

Like · · Share

Bottom of Form

 

1903005_842844999062505_657486305_n

Ο ΑΚΑΘΙΣΤΟΣ ΥΜΝΟΣ

blaxernitissa+sinacebdcf8dcebccf86ceb7

Ο ΑΚΑΘΙΣΤΟΣ ΥΜΝΟΣ.     ΙΣΤΟΡΙΑ-ΔΟΜΗ-ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ-ΣΥΝΘΕΣΗ

ΑΠΟ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΦΟΙΤΗΤΙΚΗ ΕΝΩΣΗ http://www.xfe.gr

Ιδιαίτερη είναι η αγάπη και ξεχωριστός ο σεβασμός, με τον οποίο το σύνολο των πιστών περιβάλλει την Ακολουθία του Ακάθιστου Ύμνου. Αγάπη και σεβασμός που πηγάζουν και εμπνέονται από το πρόσωπο προς το οποίο απευθύνεται η Ακολουθία, από την εκφραστικότητα και τον πλούτο των κειμένων, από το μελωδικό ένδυμα των λόγων. Αγάπη και σεβασμός που εκδηλώνονται με την ευλαβή παρουσία και ενεργό συμμετοχή στην Ακολουθία των «πιστώς προσκυνούντων και δοξαζόντων» Χριστιανών, τα απογεύματα της Παρασκευής καθ’ όλη τη διάρκεια της Μεγάλης Τεσσαρακοστής.

Ο Ακάθιστος ύμνος χαρακτηρίζεται ως ένα αριστούργημα της βυζαντινής υμνογραφίας, γραμμένο πάνω στους κανόνες της ομοτονίας, ισοσυλλαβίας και μερικώς της ομοιοκαταληξίας. Η γλώσσα του ύμνου είναι σοβαρή και ρέουσα, γεμάτη από κοσμητικά επίθετα και πολλά σχήματα. Έτσι η εξωτερική του μορφή παρουσιάζει μεγάλη ποικιλία και ωραιότητα, που συναγωνίζεται το βαθύ του περιεχόμενο.

Κανένας δεν μπορεί να αμφισβητήσει τον πλούτο του λόγου, την ύπαρξη σχημάτων, την ποιητικότητα ορισμένων στίχων και προπαντός το υψηλό περιεχόμενο του ύμνου, που εξυμνεί την ενανθρώπιση του Θεού δια της Παναγίας Θεοτόκου. Είναι αλλεπάλληλες οι εκφράσεις χαράς, αγαλλιάσεως και λυτρώσεως που δίνουν ενθουσιαστικό τόνο στον ύμνο.

Το γεγονός δε ότι απ’ όλα τα κοντάκια μόνο αυτό είναι σήμερα σε χρήση στην λατρεία της Εκκλησίας μας δείχνει την δύναμη και την εντύπωση που έκανε και εξακολουθεί να κάνει στους πιστούς.

Ακάθιστος Ύμνος – δομή

Η Ακολουθία του Ακάθιστου Ύμνου αποτελείται, κατά βάση, από τον Ακάθιστο Ύμνο και τον Κανόνα του Ακάθιστου Ύμνου, πλαισιωμένα με ψαλμούς, απολυτίκια και ευχές.

Ακάθιστος Ύμνος επεκράτησε να ονομάζεται το Κοντάκιο, το όποιο ψάλλουμε προς τιμήν της Θεοτόκου, τμηματικά κάθε Παρασκευή στις τέσσερις πρώτες εβδομάδες της Μ. Σαρακοστής (6 οίκοι με απόδειπνο – Χαιρετισμοί), και ολόκληρο την πέμπτη εβδομάδα (24 οίκοι). Το προοίμιο του είναι το «Τη Υπερμάχω στρατηγώ», έχει αλφαβητική ακροστιχίδα (Α – Ω) και διπλό εφύμνιο (Χαίρε, Νύμφη ανύμφευτε και Αλληλούια).

«Κοντάκια» παλαιότερα λέγονταν ολόκληροι ύμνοι, ανάλογοι προς τους «Κανόνες». Η ονομασία οφείλεται μάλλον στο κοντό ξύλο επί του οποίου τύλιγαν τη μεμβράνη που περιείχε τον ύμνο.

Το πρώτο τροπάριο λεγόταν «προοίμιο» ή «κουκούλιο» και όσα ακολουθούσαν λέγονταν «οίκοι», ίσως διότι ολόκληρος ο ύμνος θεωρείτο ως σύνολο οικοδομημάτων αφιερωμένων στη μνήμη κάποιου αγίου.

Κοντάκιο λέγεται συνήθως σήμερα το πρώτο τροπάριο ενός τέτοιου ύμνου.

Ο Ακάθιστος Ύμνος περιέχει προοίμιο και 24 «οίκους». Ως προοίμιο του Ύμνου ψάλλεται σήμερα το «Τη Υπερμάχω στρατηγώ», το οποίο όμως, καθώς φαίνεται, δεν είναι το αρχικό. Αντίθετα, ως γνήσιο προοίμιο φέρεται το, σήμερα, αυτόμελο απολυτίκιο «Το προσταχθέν μυστικώς λαβών εν γνώσει», που έχει αμεσότερη σχέση με το περιεχόμενο του Ύμνου, αναφερόμενο κι αυτό στο γεγονός του Ευαγγελισμού.

Το «Τη Υπερμάχω» συνετέθη επ’ ευκαιρία της σωτηρίας της Κωνσταντινούπολης από κάποιο κίνδυνο και συνδέθηκε μάλλον αργότερα με τον Ύμνο. Σ’ αυτό θα συνέβαλε και το γεγονός ότι ο Ύμνος ψαλλόταν συχνά στην Κωνσταντινούπολη στις ευχαριστήριες ακολουθίες προς τιμήν της Παναγίας, πολιούχου της Βασιλεύουσας.

Οι 24 «οίκοι» σχηματίζουν αλφαβητική ακροστιχίδα και έχουν εφύμνιο οι μεν περιττοί «Χαίρε, Νύμφη, ανύμφευτε», οι δε άρτιοι «Αλληλούια». Από αυτούς οι 12 αναφέρονται στον Κύριο και τελειώνουν με το «Αλληλούια» = Αινείται το Θεό. Οι άλλοι 12 οίκοι αναφέρονται στη Θεοτόκο και τελειώνουν με το «Χαίρε, Νύμφη ανύμφευτε». «Εφύμνιο» λέγεται η τελευταία φράση του ύμνου που επαναλαμβάνει ο λαός.

Μέσα στους 72 στίχους συναντούμε 144 χαιρετισμούς στη Θεοτόκο: «Χαίρε, της εκκλησίας ο ασάλευτος Πύργος, Χαίρε, της βασιλείας το απόρθητον τείχος, Χαίρε δι ης εγείρονται τρόπαια, Χαίρε, δι ης εχθροί καταπίπτουσι …;». Από τη λέξη ΧΑΙΡΕ ονομάστηκαν και Χαιρετισμοί.

Περιεχόμενο του Ύμνου

Ο Ύμνος διακρίνεται σε δύο ενότητες:

Α) Α-Μ, που αποτελεί το ιστορικό τμήμα (Ευαγγελισμός της Θεοτόκου, σύλληψη Χριστού από την Παναγία, επίσκεψη της Θεοτόκου στην Ελισάβετ, ανησυχία Ιωσήφ, επίσκεψη ποιμένων και μάγων στο νεογέννητο Χριστό, επιστροφή Μάγων, φυγή στην Αίγυπτο, Υπαπαντή), και

Β) Ν-Ω, που αποτελεί το δογματικό-θεολογικό τμήμα (άσπορος σύλληψη, θεότης και ανθρωπότης του Χριστού, σωτηρία του ανθρώπινου γένους με τη θυσία του Ιησού, θέωση των ανθρώπων, θεομητορικής αξίας της Θεοτόκου κά) χωρίς όμως να λείπουν από κάθε ενότητα και στοιχεία της άλλης.

Πηγές του ύμνου είναι η Αγία Γραφή και οι Πατέρες της Εκκλησίας.

 

Η Ονομασία του Ύμνου

 

Η ονομασία Ακάθιστος Ύμνος αποδόθηκε στον Ύμνο οφείλεται στο ότι «ορθοστάδην τότε πάς ο λαός κατα την νύκτα εκείνην τον ύμνον τη του Λόγου Μητρί έμελψαν και ότι πάσι τοις άλλοις οίκοις καθήσθαι εξ έθους έχοντες, εν τοις παρούσι της θεομήτορος όρθοv πάντες ακροώμεθα». Αυτά γράφει το Συναξάριο, και εντοπίζει «την νύκτα εκείνη» το καλοκαίρι του 626.

Επίσης, από την πρώτη στιγμή που εμφανίστηκε ο ύμνος οι πιστοί σε κάθε ευκαιρία και αφορμή, τον έψαλαν όρθιοι και απ’; την αρχή συνδέθηκε με την εορτή του Ευαγγελισμού του οποίου την ακολουθία το εκκλησίασμα παρακολουθούσε όρθιο.

 

Χρόνος και αιτία σύνθεσης

 

Σύμφωνα με το Συναξαριστή, ο Ύμνος δημιουργήθηκε το 626, μετά τη σωτηρία της Κωνσταντινούπολης από την πολιορκία των Αβάρων και των Περσών, οπότε και εψάλει για πρώτη φορά.

Κατά το έτος 626 η Κωνσταντινούπολη πολιορκήθηκε από τους Πέρσες και Αβάρους. Ο βασιλέας Ηράκλειος απουσίαζε στη Μικρά Ασία σε πόλεμο κατά των Περσών. Τότε ο φρούραρχος Βώνος μαζί με τον Πατριάρχη Σέργιο ανέλαβαν την υπεράσπιση της αυτοκρατορίας. Ο Πατριάρχης περιέτρεχε τη πόλη με την εικόνα της Παναγίας της Βλαχερνίτισσας και ενεθάρρυνε τα πλήθη και τους μαχητές.

Ξαφνικά έγινε φοβερός ανεμοστρόβιλος που δημιούργησε τρικυμία και κατέστρεψε τον εχθρικό στόλο και τη νύκτα της 7ης προς την 8η Αυγούστου, αναγκάσθηκαν να φύγουν άπρακτοι. Ο λαός πανηγυρίζοντας τη σωτηρία του, συγκεντρώθηκε στο Ναό της Παναγίας των Βλαχερνών και όλοι όρθιοι έψαλλαν τον από τότε λεγόμενο «Ακάθιστο Ύμνο» στην Παναγία, αποδίδοντας τα «νικητήρια» και την ευγνωμοσύνη τους στην «Τη Υπερμάχω στρατηγώ».

Για να ψαλθεί όμως τότε θα πρέπει να είχε συντεθεί νωρίτερα, καθώς δεν ήταν δυνατό να γίνει αυτό σε μια νύχτα. Κάποιοι μελετητές υποστηρίζουν ότι ο ύμνος έπρεπε να προϋπήρχε στη λειτουργική πράξη, και να ψάλθηκε τότε «ορθοστάδην», από μεγίστη αφοσίωση προς εγκωμιασμό της Θεοτόκου. Και προκρίθηκε αυτός ο ύμνος από κάποιον άλλον ενδεχομένως, επειδή θα ήταν κιόλας καθιερωμένος στην Αγρυπνία της 15ης Αυγούστου στη Βλαχέρνα, και επειδή το περιεχόμενό του, με χαρακτήρα διηγηματικό, δογματικό, και δοξολογικό -; εγκωμιαστικό προσφερόταν για τη διάσωση και τη λύτρωση της Πόλης από τη δεινή περίσταση.

Η δομή, το ύφος και το περιεχόμενο του ύμνου είναι μάλλον μεταρωμανικά στοιχεία, όπως κατάδειξε ο καθηγητής Νικόλαος Τωμαδάκης. Ο ύμνος αναφέρεται σε όλο το μυστήριο της ενανθρώπησης του Χριστού, στο οποίο είναι βασικός παράγοντας η Θεοτόκος. Έτσι, ο μαριολογικός και ο χριστολογικός χαρακτήρας του είναι φανερός.

Συνεπώς, μπορούμε να πούμε ότι αναφέρεται σε κοινό εορτασμό του Ευαγγελισμού και των Χριστουγέννων -; οι γιορτές χωρίστηκαν στα χρόνια του Ιουστινιανού (527-565) -; αλλά εύκολα επίσης μπορούμε να πούμε ότι ο εγκωμιαστικός και δοξολογικός χαρακτήρας του ύμνου είναι πρόσφορος για κάθε περίσταση που η θρησκεύουσα ψυχή θέλει να αναφερθεί στο θαύμα της σωτηρίας της.

 

Σύνθεση του Ύμνου

 

Από τα σημαντικότερα και δυσκολότερα φιλολογικά προβλήματα είναι αυτό της σύνθεσης του Κοντακίου του Ακάθιστου Ύμνου. Συνθέτης, χρόνος και αιτία της σύνθεσης παραμένουν ακόμα ανεξακρίβωτα από τους μελετητές.

Με τη χρονολογία σύνθεσης του ύμνου συνδέεται αναπόφευκτα το όνομα του ποιητή του ύμνου, του μελωδού. Ο ύμνος φέρεται σε όλη τη χειρόγραφη παράδοση ανώνυμος, και ο Συναξαριστής που τον συνδέει με το γεγονός της διάσωσης από την πολιορκία του 626 δεν κάνει λόγο ούτε για το χρόνο της σύνθεσης ούτε για τον ποιητή του.

Ήταν φυσικό, η παράδοση σιωπηρά, αλλά και πολλοί μεγάλοι μελετητές να αποδώσουν τον έξοχο αυτό ύμνο στον κατ’; εξοχήν πρίγκηπα των βυζαντινών υμνογράφων, τον Ρωμανό το μελωδό (α΄ μισό ς΄ αι.). Υπάρχει και μια μεταγενέστερη μαρτυρία, του ις΄ αι., ως σημείωση σε κώδικα του ΙΓ΄ αι. (της μονής Βλατάδων 41, φ. 193α) που αναφέρει το όνομα του Ρωμανού ως ποιητή του ύμνου.

Υπάρχουν όμως και άλλες δύο περιπτώσεις για τον μελωδό του Ακάθιστου Ύμνου, με εξίσου σοβαρές ενδείξεις. Η μία είναι ότι στη λατινική μετάφραση του ύμνου, γύρω στο 800, από τον Επίσκοπο Βενετίας Χριστόφορο, αναφέρεται το όνομα του Γερμανού Α΄ Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως (715-730 κοιμήθηκε 740) που ήταν σύγχρονος με τα γεγονότα του 718 “;Incipit Hymnus de Sancta Dei Genetrice Maria, Victoriferus atque Salutatorius, a Sancto Germano Patriarcha Constantinopolitano”;.

Η άλλη περίπτωση είναι, ότι σε μια παλαιά αχρονολόγητη εικόνα του Ευαγγελισμού στο παρεκκλήσιο του Αγίου Νικολάου της ονομαστής μονής του Αγίου Σάββα στα Ιεροσόλυμα, εικονίζεται κι ένας μοναχός που κρατάει ειλητάριο με γραμμένο το «Αγγελος πρωτοστάτης ουρανόθεν επέμφθη». Στο κεφάλι του μοναχού υπάρχει η ένδείξη «Ο ΑΓ. ΚΟΣΜΑΣ». Αυτός ο Άγιος Κοσμάς δεν είναι άλλος από τον Κοσμά το μελωδό, που κοιμήθηκε το 752-4, κι είναι κι αυτός σύγχρονος με την θαυμαστή λύτρωση της Κωνσταντινούπολης από την πολιορκία του 718.

Ο Κανόνας του Ακάθιστου είναι έργο των Ιωάννου Δαμασκηνού (οι ειρμοί) και Ιωσήφ Ξένου του Υμνογράφου (τα τροπάρια).

Τρόπος εκτελέσεως

Ιστορικές συγκυρίες δεν επέτρεψαν να διασωθεί ως τις μέρες μας ο τρόπος μελωδικής εκτέλεσης του Ύμνου. Γι’ αυτό τον λόγο δεν ψάλλεται αλλά ραψωδείται από τους ιερείς στους ναούς, κατά την τέλεση της Ακολουθίας.

 

ΑΙΑΣ Ο ΤΕΛΑΜΩΝΙΟΣ, ΤΟ ΦΡΑΓΜΑ ΤΩΝ ΑΧΑΙΩΝ

Ευθύς, ειλικρινής, ολιγόλογος, καρτερικός, σεμνός, ο ιδανικός οπλίτης, ένα αληθινό παλικάρι, ο πιο ανδρείος από τους Έλληνες μετά τον πρώτο του εξάδελφο Αχιλλέα, άξιος αντίπαλος του γενναίου Έκτορα.

Ήταν εγγονός του Αιακού και γιος του Τελαμώνα, βασιλιά της Σαλαμίνας και της Ερίβοιας, κόρης του βασιλιά των Μεγάρων και εγγονής του Πέλοπα. Η Ερίβοια έλεγαν ήταν μια από τις κοπέλες που μαζί με το Θησέα είχαν σταλεί στην Κρήτη, για να φαγωθούν από το Μινώταυρο. Αδελφός του ήταν ο Τεύκρος, από άλλη όμως μητέρα, την Ησιόνη, αδελφή του Πριάμου.

Ο Ησίοδος καθώς και ο Πίνδαρος αναφέρουν ότι όταν γεννήθηκε ο Αίαντας, βρισκόταν στη Σαλαμίνα ο Ηρακλής, που τύλιξε το βρέφος με τη λεοντή του και ευχήθηκε να γίνει το παιδί που μόλις είχε γεννηθεί, «άρρηκτον», δήλ. άτρωτο όπως και η λεοντή. Ο Ζευς που ανταποκρίθηκε στην ευχή έστειλε έναν «αιετόν», από όπου το παιδί ονομάστηκε Αίας. Και πράγματι, όπως μας λέει ο Όμηρος στην Ιλιάδα του, όπου τον περιγράφει πελώριο και πανίσχυρο, ο Αίαντας ήταν άτρωτος σ’ όλο του το σώμα, εκτός από τις μασχάλες του που δεν είχαν σκεπαστεί με τη λεοντή.

Ο Αίαντας μετείχε στην Τρωϊκή εκστρατεία με 12 πλοία, επικεφαλής Σαλαμίνιων και Μεγαρέων. Στον διάλογο μεταξύ Πρίαμου και Ελένης ενώ παρατηρούν τον στρατό των ελλήνων από τα τείχη της Τροίας, ο Πρίαμος ρωτάει την Ελένη: «Ποιος είναι ο γιγαντόσωμος αυτός άνδρας που ξεχωρίζει με το κορμί και το κεφάλι από τους άλλους Αργείους;» («ηύς τε μέγας τε»), εκείνη του απάντησε: «Είναι ο πελώριος Αίας, το φράγμα των Αχαιών».

Ξεχωριστό όπλο του είναι η τεράστια και φοβερή ασπίδα του από επτά δέρματα βοδιού («δείνον σάκος επταβόειον»), η οποία στον Όμηρο παρομοιάζεται με πύργο.
Ο ίδιος ο Έκτορας του λέει αργότερα: «Σου έδωσε ο θεός ανάστημα και δύναμη και γνώση και είσαι και στην πολεμική τέχνη ο ανώτερος ανάμεσα στους Αχαιούς». Μονομάχησε με τον Έκτορα χωρίς να νικήσει κανείς απ’ τους δύο τους. Παρά τη δίνη του πολέμου και της δικής τους μονομαχίας αναγνωρίζουν ο ένας την αξία του άλλου και ανταλλάσουν όπλα. Ο Αίας χαρίζει στον Έκτορα τη ζώνη του, «ζωστῆρα δίδου φοίνικι φαεινόν» (Η 305) και μ’αυτήν αργότερα ο Αχιλλέας θα δέσει το σώμα του νεκρού Έκτορα στο άρμα του και θα το σύρει γύρω απ’ την Τροία. Ο Έκτορας χαρίζει στον Αίαντα το ξίφος του, «ξίφος ἀργυρόηλον σὺν κολεῷ τε φέρων καὶ ἐϋτμήτῳ τελαμῶνι·» (Η 303-4). Αλλά τα δώρα στάθηκαν άτυχα και για τους δυο ήρωες.

Ο Αίας είναι αυτός που αποσπά το κορμί νεκρού του Πατρόκλου από τα χέρια των Τρώων κι αργότερα το κορμί του ίδιου του Αχιλλέα.

Μετά από το θάνατο του Αχιλλέα και τους αγώνες που γίνανε προς τιμή του, αποφασίστηκε να δοθούν τα όπλα του ήρωα στον ανδρειότατο από τους Έλληνες και σε κείνον που αγωνίστηκε περισσότερο για τη διάσωση των όπλων και του κορμιού του ήρωα, ως τιμητικό δώρο. Τότε η προσφορά του Αίαντα παραβλέπεται, όπως και η συγγένεια του με τον Αχιλλέα, και τα όπλα παίρνει ο πανούργος Οδυσσέας, μια επιλογή που μάλλον έγινε από φθόνο: να μην αναγνωρίσουν οι άλλοι Αχαιοί βασιλείς του Αίαντα τα αναμφισβήτητα πρωτεία (πανταχού παρόν το σαράκι της φυλής μας). Φυσικά, αν ζούσε ο Αχιλλέας οι Ατρείδες δεν θα τολμούσαν τέτοια κατάφωρη αδικία και προσβολή. Όλη η φιλονικία, πάντως, είχε προκληθεί από τον Δία.

Το πλήγμα και η προσβολή για τον Αίαντα ήταν τρομερό. Αποσύρθηκε στη σκηνή του και αποφάσισε να εκδικηθεί τους Ατρείδες και τον Οδυσσέα. Τη νύχτα, πήρε το ξίφος που του είχε χαρίσει ο Έκτορας και βγήκε από τη σκηνή του για να σκοτώσει τους αρχηγούς των Αχαιών. Η προστάτιδά τους όμως, η θεά Αθηνά, σκότισε τόσο πολύ το μυαλό του, που ξαφνικά παραφρόνησε, και μέσα στη μανία του, ρίχτηκε εναντίον των κοπαδιών του στρατοπέδου, νομίζοντας πως χτυπούσε εκείνους που τον αδίκησαν.
Σφάζει τα πρόβατα και θεωρεί τα κριάρια για αρχηγούς του στρατού και αρχίζει να τα μαστιγώνει άγρια και να καγχάζει σαρκαστικά μ’ ένα φοβερό γέλιο που το ονόμασαν “αιάντειο γέλιο”.

Όταν συνείλθε και συνειδητοποίησε πως είχε σκοτώσει πρόβατα και είχε γίνει ο περίγελος του στρατοπέδου, αποχαιρέτησε την σύζυγό του Τέκμησσα και τον γιο του Ευρυσάκη και μπήγοντας στο χώμα το σπαθί που του είχε δωρήσει ο Έκτορας αυτοκτόνησε πέφτοντας επάνω του στο σημείο κοντά στη μασχάλη, όπου ήξερε πως ήταν τρωτός.
Στον «Αίαντα» του Σοφοκλή από τα τελευταία του λόγια είναι η περίφημη φράση: «Ή καλώς ζην ή καλώς τεθνηκέναι τον ευγενή δει» (Ο ευγενής πρέπει ή να ζει με αξιοπρέπεια ή να πεθαίνει με αξιοπρέπεια). Η φράση αυτή σήμερα κοσμεί το έμβλημα της 9ης Ταξιαρχίας του Πεζικού μας.

Το πτώμα του Αίαντα, τάφηκε – ή κάηκε σε ειδικό φέρετρο- στο ακρωτήριο Ροίτειο της Τροίας. Εκεί, αργότερα, ιδρύθηκε ναός του, το Αιάντειο.

Όταν αργότερα ο Οδυσσέας επισκέφθηκε τον Ασφοδελό Λειμώνα, ο Αίαντας ήταν το μόνο φάσμα που στεκόταν μακριά του, απορρίπτοντας τις δικαιολογίες του πως ο Δίας ήταν υπεύθυνος για την άτυχη ιστορία. Ο Οδυσσέας είχε στο μεταξύ χαρίσει τα όπλα του σκανδάλου στον Νεοπτόλεμο, τον γιό του Αχιλλέα, άλλοι όμως ισχυρίστηκαν πως τα έχασε σε ναυάγιο επιστρέφοντας στην πατρίδα του, και τα κύματα, με τη συνεργασία της Θέτιδος, τα έβγαλαν πλάι στον τάφο του Αίαντα, στο Ροίτειο.

Οι Σαλαμίνιοι του είχαν αφιερώσει έναν ναό στην Αγορά τους και ισχυρίζονταν πως όταν πέθανε ο Αίαντας ένα καινούργιο λουλούδι εμφανίστηκε στο νησί τους. Φαίνεται ότι η λατρεία του Αίαντος είχε ευρεία διάδοση κατά την αρχαιότητα, γιατί αναφέρεται ως καθιερωμένη εκτός απ την Σαλαμίνα και στην Αττική, στην Τρωάδα, στο Βυζάντιο, ίσως και στα Μέγαρα.
Ιδιαίτερα τον τιμούσαν στην Αθήνα, όπου μια από τις κυριότερες φυλές της Αθήνας, η Αιαντίς, ονομάστηκε έτσι προς τιμήν του ήρωα.
Ο ανδριάντας του, ως επωνύμου ήρωα, στήθηκε μπροστά στο Βουλευτήριο και του είχαν επίσης αφιερώσει την πρώτη μέρα της νέας σελήνης και το δεύτερο ποτήρι των συμποσίων. Μετά τη νίκη της Σαλαμίνας, αφιέρωσαν στον Αίαντα και μια φοινικική τριήρη.

Ο Σωκράτης, πριν από τον θάνατό του, είπε πως θα συναντηθεί στον Άδη με τον Αίαντα, γιατί και των δύο ο θάνατος οφείλεται σε άδικη κρίση. Ο Αισχύλος έγραψε για τον Αίαντα τριλογία (Όπλων κρίσις, Θρήσσαι και Σαλαμίνιαι), που διασώθηκε πολύ αποσπασματικά. Από την τριλογία του Σοφοκλή διασώθηκε ο «Αίας Μαινόμενος», ενώ ο «Τεύκρος» και ο «Ευρυσάκης» χάθηκαν. Αργότερα ασχολήθηκαν με τον Αίαντα ο Αστυδάμας ο Νεότερος, ο Θεοδέκτης και πολλοί Ρωμαίοι τραγικοί, ενώ ο Βιργίλιος, ο Οβίδιος, ο Οράτιος και ο Ιουβενάλης χρησιμοποίησαν τον Αίαντα ως θέμα των ποιητικών δημιουργιών τους.

Εικόνα: Μελανόμορφος αμφορέας του Εξηκία (530 π.Χ.), Μουσείο Καλών Τεχνών και Αρχαιολογίας, Boulogne-sur-Mer. Ο ζωγράφος επιλέγει να εικονίσει τη συγκλονιστική στιγμή που ο Αίας στερεώνει το ξίφος του στο έδαφος για να χάσει την ζωή του πέφτοντας πάνω του.

Add LocationEdit

1014375_815249965155342_653713619_n

Πώς σώθηκε τα σπίτι της Αγίας Φιλοθέης

 

 

Πώς σώθηκε τα σπίτι της Αγίας Φιλοθέης 

 

 

 

 Μιαν άγνωστη ιστορία, απολύτως πραγματική, για το πώς σώθηκε το σπίτι της Αγίας Φιλοθέης, στην οδό Αδριανού 96 της Πλάκας, από το γκρέμισμα, μου διηγήθηκε ο εκ των κληρονόμων της, σπουδαίος άνθρωπος και άριστος επιστήμονας χημικός, αείμνηστος Αλέξανδρος Λυμπερόπουλος, καταγόμενος από τη Σμύρνη της Μικράς Ασίας.

Ο κύριος Αλέξανδρος είχε μια θεία άτεκνη, τη Λουλού, όνομα χαϊδευτικό, συνηθισμένο στη Σμύρνη, η οποία πριν την κατοχή είχε δανείσει 500 χρυσές λίρες σε κάποιον κτηματία. Όταν ο δανειστής στη λήξη της προθεσμίας ανέφερε αδυναμία να την εξοφλήσει της έκανε πρόταση ή να δώσει άλλες 200 λίρες για να αγοράσει το σπίτι πάνω στο οποίο είχε εγγράψει υποθήκη, ή να βγει το σπίτι σε πλειστηριασμό, οπότε θα έχανε μέρος του κεφαλαίου της. Ατυχώς για εκείνη, αλλά για το καλό των κληρονόμων της αποφάσισε να το αγοράσει…
    Ακολούθησε η κατοχή, οπότε η αξία των ενοικίων πρακτικά μηδενίστηκε. Η θεία η Λουλού μέσα στην κατοχή πέθανε από φυματίωση και κανείς από τους πολυπληθείς κληρονόμους της δεν σκέφθηκε να μαζέψει το μέρος που του έπρεπε από τα μηδαμινά ενοίκια…
Μετά την απελευθέρωση εδέησε να πάει να δει το σπίτι ο θείος του Αλέξανδρου Λυμπερόπουλου, που ονομαζόταν Γιώργος Καρακλής, και γυρίζοντας είπε στους συγκληρονόμους, με φωνή απόγνωσης: “Τα ξέρω όλα!” και στη συνέχεια τους εξήγησε ότι μέσα στο σπίτι είχαν κάνει κατάληψη και κάθονταν τσάμπα δεκαοκτώ οικογένειες, ή και μεμονωμένα άτομα!
Για λόγους εφοριακούς και μόνο καθορίστηκε τότε κάποιο ενοίκιο στον καθένα. Το σύνολο των ενοικίων ήταν ασήμαντο και ο μπελάς να συμπληρώνουν οι κληρονόμοι τη σχετική δήλωση για την εφορία φοβερός. Ο Αλ. Λυμπερόπουλος μου είπε χαρακτηριστικά: ” Για να τη συμπληρώσω ήθελα μια βδομάδα και τέσσερα φύλλα της εφορίας! Και ξέρεις, μιλάμε για τα 3/32 του ενοικίου, που ήταν ελάχιστο ποσό!”.  Όλοι τότε οι κληρονόμοι συνεννοήθηκαν να πουλήσουν το σπίτι, χωρίς να ξέρουν την αξία του, ούτε την ιστορία του.
Η προσπάθεια να πουληθεί το σπίτι είχε αρχίσει ενώ ακόμη ζούσε η θεία Λουλού. Ζητούσε αρχικά 1.000 λίρες. Επί δεκαετίες ουδείς ενδιαφέρθηκε!…Η ζητούμενη τιμή πώλησης παρέμενε σταθερή στις 1.000 λίρες, έως το 1955, όταν ήρθε στην Αθήνα, προσκεκλημένος της τότε Κυβέρνησης, ο συγκοινωνιολόγος κ. Smith.
Το κυκλοφοριακό της Αθήνας ήταν από τότε προβληματικό και ο αμερικανός επιστήμονας εκπόνησε μελέτη αποσυμφόρησης του Κέντρου, η οποία, για ευνόητους λόγους, παρέμενε μυστική και δεν την γνώριζε κανείς, πλην ελάχιστων προσώπων.

Τότε εμφανίστηκε σε άλλον θείο του Αλέξανδρου Λυμπερόπουλου, τον Γιάννη Αρώνη, κάποιο πρόσωπο που με περίεργη επιμονή ενδιαφέρθηκε να αγοράσει το σπίτι. Προφανώς είχε πληροφορηθεί ότι η εν λόγω μελέτη πρότεινε την διαπλάτυνση της οδού Αδριανού και επομένως η αξία του ακινήτου, ως οικοπέδου, θα πολλαπλασιαζόταν…
Ο Αρώνης ήταν άνθρωπος της πιάτσας και στην ερώτηση του άγνωστου πόσα ζητάνε οι κληρονόμοι, απάντησε, χωρίς να ξέρει τα περί σχεδίου Σμιτ: “Εσείς τι μας προσφέρετε;…”. Μη λέγοντας τιμή ο άγνωστος και επιμένοντας στην ερώτηση του, ο Αρώνης, για να τον ξεφορτωθεί, του είπε ένα τρελό ποσό: “Θέλουμε 10.000 λίρες!”.
Ο συνομιλητής του διαμαρτυρήθηκε εντόνως, πως η τιμή είναι υπερβολική. Έκανε πως φεύγει και μετά γύρισε και του είπε στο αυτί: ” Μπορούμε να πούμε 12.000 και να πάρουμε 1.000 εσείς και 1.000 εγώ στο πλάϊ”…. Ο Αρώνης εξεπλάγη ευχάριστα, αλλά δεν το έδειξε, όσον δε αφορά το …μπόνους, το “μαρτύρησε” στους συγκληρονόμους…
Η υπόθεση δεν είχε συνέχεια. Τότε οι συγκληρονόμοι, για να απαλλαγούν από τον μπελά των ενοικιαστών, της εφορίας και των πενιχρών ενοικίων, αποφάσισαν να  κατεδαφιστεί το σπίτι, και να το πουλήσουν ως οικόπεδο….
Για να χαρακτηριστεί το σπίτι κατεδαφιστέο  χρειαζόταν από πολιτικούς μηχανικούς μια διαδικασία και κάλεσαν δύο να το δουν. Ο ένας λεγόταν Κώστα Βρεττός, ο οποίος, μετά από δική του έρευνα, τους αποκάλυψε ότι το ερείπιο αυτό που ήθελαν να γκρεμίσουν ήταν το μέγαρο της παλιάς οικογένειας των Αθηνών Μπενιζέλου, ότι σ’ αυτό το σπίτι γεννήθηκε και μεγάλωσε η Οσία Φιλοθέη και ότι είναι κτισμένο πριν από το 1550!
Αποκαλύφθηκε ακόμη ότι εκεί ήταν το πρώτο Κακουργιοδικείο της ελεύθερης Ελλάδος. Οι τοίχοι του σπιτιού είναι από ογκολίθους πάχους ενός μέτρου! Στον μαντρότοιχο, που περικλείει τις 1430 πήχες του οικοπέδου είναι ενσωματωμένα κομμάτια μαρμάρου, που έπεσαν στην περιοχή μετά τον βομβαρδισμό της Ακρόπολης από τον Μοροζίνι! Τέλος ο Βρεττός τους είπε ότι πρέπει να είναι ίσως το παλαιότερο σωζόμενο σπίτι της  Αθήνας από την τουρκοκρατία!…

Οι συγκληρονόμοι κατάλαβαν ότι δεν μπορεί το οίκημα να κατεδαφιστεί και ότι πρέπει να δεχτούν “τη σκληρή γι’ αυτούς πραγματικότητα”. Κι ενώ ήσαν απογοητευμένοι εμφανίστηκε το Κράτος που σωστά κήρυξε το σπίτι “διατηρητέο μνημείο και απαλλοτριωτέο” και τους προσέφερε ικανοποιητικό τίμημα για να το αποκτήσει.
Ο χαρακτηρισμός ήταν χρήσιμος για τη σωτηρία του σπιτιού της Αγίας Φιλοθέης, γιατί ακύρωσε την προϋπάρχουσα ρυμοτόμηση, που θέλοντας να δώσει διέξοδο στην από πάνω ευρισκόμενη οδό Πρυτανείου προς την Αδριανού, άφηνε στους συγκληρονόμους προς “αξιοποίηση” μόνο δύο μικρά – μη οικοδομήσιμα – οικοπεδικά τριγωνάκια στις άκρες.
Έτσι από την μία πλευρά σώθηκε το σπίτι της Αγίας Φιλοθέης και χάρη στην επιμονή του Αρχιεπισκόπου Χριστοδούλου αποκαθίσταται, και από την άλλη ο κύριος Αλέξανδρος Λυμπερόπουλος και οι συγκληρονόμοι του πήραν κάποια χρήματα, που, μπρος στο τίποτα, τους φάνηκαν ικανοποιητικά.-

 

 

 Γιώργου Παπαθανασόπουλου

 

agiafilothei0811

 

αναβασεις

 

Αγ. Ιωάννης ο Πρόδρομος

Σύναξις Ἁγίου Ἰωάννου Προδρόμου καὶ ἡ μετένεξις τῆς Ἁγίας αὐτοῦ Χειρὸς εἰς Κωνσταντινούπολη

H_Gennhsh_tou_Iwannh_tou_Prodromou_03 Ἁγίου-Ἰωάννου-Προδρόμου

Ο Ιωάννης ο Βαπτιστής, επικαλούμενος και Ιωάννης ο Πρόδρομος είναι άγιος και προφήτης του Χριστιανισμού. Ήταν σύγχρονος του Ιησού Χριστού και θεωρείται ότι με την διδασκαλία του προετοίμασε τον κόσμο να υποδεχτεί τον Μεσσία Ιησού, εξ ου και ο χαρακτηρισμός “Πρόδρομος”. Η διδασκαλία του υπήρξε καυστική ιδιαίτερα προς τις ανηθικότητες της εξουσίας, γεγονός που εξανάγκασε τελικά τον τότε τετράρχη της Γαλιλαίας Ηρώδη τον Αντύπα αρχικά να τον φυλακίσει και στη συνέχεια να τον θανατώσει με αποκεφαλισμό.
Ως βιβλικό πρόσωπο θεωρείται ότι βρίσκεται στο μεταίχμιο μεταξύ της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης. Στην Παλαιά θεωρείται ως “Προφήτης” ενώ στην Καινή ως “Πρόδρομος”. Ο ερχομός του προφητεύτηκε από τους προφήτες Ησαΐα και Μαλαχία (Ησαΐας 40,3. Μαλαχίας 3,1. Ματθαίος 3,3 και 11,13-14). Ο Ιωάννης αναφέρεται και από τους τέσσερις Ευαγγελιστές. Το όνομα Ιωάννης είναι εβραϊκό και σημαίνει τη “χάρη και την εύνοια του Θεού”.

Βίος
Σύμφωνα με τον Ευαγγελιστή Λουκά ο Ιωάννης ήταν γιος του ιερέα Ζαχαρία και της Ελισάβετ που ήταν συγγενής της Θεοτόκου. Οι γονείς του ανήκαν σε ιερατικές οικογένειες. Ο πατέρας του ήταν από την ιερατική τάξη του Αβιά, ενώ η μητέρα του ήταν απόγονος του Ααρών (Λουκάς 1,5). Αν και η Ελισάβετ φερόταν στείρα ο αρχάγγελος Γαβριήλ διαμήνυσε στον Ζαχαρία ότι τελικά η γυναίκα του θα γεννήσει αγόρι και να του δώσει το όνομα Ιωάννης. Στην αρχή ο Ζαχαρίας δεν πίστεψε τα λόγια του Γαβριήλ και ως τιμωρία για την απιστία του έχασε την ομιλία του, όπου και παρέμεινε άλαλος έως την ημέρα που θα βαπτιζόταν το παιδί που θα έφερνε στον κόσμο η Ελισάβετ. Έτσι και έγινε. Οκτώ ημέρες μετά την γέννηση του μωρού, όταν ζητήθηκε από τον ίδιο να φανερώσει το όνομα του παιδιού, εκείνος έγραψε σε μια πινακίδα το όνομα “Ιωάννης” και αμέσως επανήλθε η ομιλία του (Λουκάς 1,5-25 και 1,57-80).

Πατρίδα του Ιωάννη κατά μία παράδοση φέρεται η Χεβρών, κατ΄ άλλη όμως γνώμη φέρεται η πόλη Ιούττα. Μέχρι τα 30 του χρόνια έζησε ζωή ασκητική στην έρημο, η οποία ήταν αφιερωμένη στην προσευχή και την πνευματική ολοκλήρωση. Περί της νεανικής ζωής του Ιωάννη και του ιδιωτικού του βίου καμία πληροφορία δεν υπάρχει εκτός της πολύ λιτής αναφοράς του ίδιου του Ευαγγελιστή ότι: “το παιδίον ηύξανε και εκραταιούτο πνεύματι και ήν εν ταις ερήμοις έως ημέρας αναδείξεως αυτού προς τον Ισραήλ” (Λουκάς 1,80). Με τη λέξη “ερήμοις” χαρακτηρίζονται τα διάφορα μέρη της ίδιας της ερήμου της Ιουδαίας οι οποίες έφεραν διάφορες επιμέρους ονομασίες. Στις ερήμους αυτές φαίνεται να κατέφυγε ο Ιωάννης, για προπαρασκευή του έργου του όπως παλαιότερα είχαν ομοίως καταφύγει ο Μωϋσής και ο προφήτης Ηλίας.

Σύμφωνα με αναφορά του Ευαγγελιστή Λουκά ο Ιωάννης εμφανίζεται πλέον σε ηλικία 30 ετών, κατά θεία εντολή, στην έρημο της Ιουδαίας, στον Ιορδάνη ποταμό. Εκεί κήρυσσε στα πλήθη και βάπτιζε όσους προσέρχονταν προς αυτόν (κατά Ματθαίον). Η διδασκαλία του, που συνοψίζεται στη γνωστή φράση “Μετανοείτε, ήγγικεν γαρ η βασιλεία των ουρανών”, ήταν ουσιαστικά η προετοιμασία της έλευσης του Ιησού Χριστού.
Παράλληλα με τα κηρύγματά του ήταν και η εμφάνισή του καθώς ο ασκητικός βίος και διατροφή του. Φορούσε μάλλινο ένδυμα από τρίχες καμήλας και και στη μέση του φορούσε δερμάτινη ζώνη. Η διατροφή του ήταν άγριο μέλι και ακρίδες (Ματθαίος 3,1-5). Φαίνεται πως δεν παρέμενε συνέχεια στο ίδιο μέρος αλλά περιέρχονταν σε όλη την περιοχή του Ιορδάνη κηρύσσοντας βάπτισμα μετανοίας (Ματθαίος 3,1. Μάρκος 1,4. Λουκάς 3,3). Βάπτιζε τους μαθητές του και γενικά όσους δέχονταν το κήρυγμα της μετανοίας. Επίσης κήρυττε πως θα εμφανιζόταν κάποιος που θα λύτρωνε το λαό Ισραήλ. Παρόλο που ο Ιωάννης δεν έκανε κανένα θαύμα, εν τούτοις πολλοί πίστεψαν στα λόγια του (Ιωάννης 10,41).

Τόσο η εμφάνιση όσο και ο ασκητικός βίος του Ιωάννη παράλληλα με τα κηρύγματα και τις βαπτίσεις μετάνοιας που προέβαινε ήταν επόμενο να προκαλέσει πλήθος ακροατών αλλά και πολλών θαυμαστών του απ΄ όλη τη Παλαιστίνη που έσπευδαν να τον ακούσουν, μεταξύ των οποίων και στρατιώτες και Σαδδουκαίοι και Φαρισαίοι τους οποίους όλους στη συνέχεια βάπτιζε στον Ιορδάνη ποταμό. Έτσι δεν άργησε αυτή η δράση του να προκαλέσει και τη προσοχή του Μεγάλου Συνεδρίου των Εβραίων που έστειλε αντιπροσωπεία για να ελέγξει τι συνέβαινε και να μάθει περί αυτού, από την οποία και έλαβε ως απάντηση σχετική προφητική ρήση του Προφήτη Ησαΐα “φωνή βοώντος εν τη ερήμω, ευθύνατε την οδόν Κυρίου” (κατά Ιωάννη)

Στον Ιορδάνη ποταμό πήγε και ο Ιησούς Χριστός και του ζήτησε να βαπτιστεί. Ο Άγιος Ιωάννης κατάλαβε αμέσως ποιον έχει μπροστά του και του είπε πως δεν είναι άξιος ούτε τα λουριά από τα παπούτσια Του να λύσει. Ο Ιησούς τότε του είπε πως έτσι πρέπει να γίνει κι ο Ιωάννης τον βάφτισε στα νερά του Ιορδάνη ποταμού (Ματθαίος 3,13-15. Ιωάννης 1,29-34). Κατόπιν βάπτισε τον Ιησού στον Ιορδάνη ποταμό, βλέποντας το Πνεύμα του Θεού να κατεβαίνει και να έρχεται πάνω Του, και μια φωνή να ακούγεται από τα ουράνια που έλεγε “Αυτός είναι ο Υιός, Αυτός είναι ο εκλεκτός Μου” (Ματθαίος 3,16-17. Μάρκος 1,9-11. Λουκάς 3,21-22).
Μετά από αυτό ο Άγιος δείχνοντας τον Ιησού, λέει ότι Αυτός είναι ο “αμνός του Θεού” που κουβαλάει στους ώμους του τις αμαρτίες όλου του κόσμου. “Ιδέ ο αμνός του Θεού, ο αίρων την αμαρτίαν του κόσμου”. Δύο από τους μαθητές του, μεταξύ των οποίων ήταν και ο Ανδρέας και ο Ιωάννης, αργότερα έγιναν μαθητές του Ιησού (Ιωάννης 1,35-41). Η διακονία του συνεχίστηκε με το βάπτισμα που έκανε στον ποταμό Αινών, κοντά στο Σαλείμ (Ιωάννης 3,23), ελέγχοντας καθέναν που καταπατούσε το νόμο του Θεού. Οι μαθητές του νήστευαν και έκαναν προσευχές (Ματθαίος 9,14. Λουκάς 5,33).

Η Αποτομή του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου

Τα τίμια λόγια του Προδρόμου ενοχλούσαν τις διεφθαρμένες συνειδήσεις των Φαρισαίων και καυτηρίαζε την αλαζονική έπαρση και την ψυχική σκληρότητα. Ακόμη τα λόγια του ενοχλούσαν και τον τετράρχη της Γαλιλαίας και Περαίας Ηρώδη Αντύπα, όταν τον έλεγξε για την παράνομη συμβίωσή του με την σύζυγο του ζώντος αδελφού του Ηρώδη Φιλίππου, την Ηρωδιάδα (Μάρκος 6,18. Λουκάς 3,19). Ο Ηρώδης παρόλο που τον εκτιμούσε και τον θεωρούσε δίκαιο και άγιο άνθρωπο (Μάρκος 6,20), αναγκάστηκε να τον φυλακίσει (Ματθαίος 14,3. Μάρκος 6,17). Σε κάποια γιορτή των γενεθλίων του, ο Ηρώδης ζήτησε από την κόρη του Σαλώμη να του χορέψει και της υποσχέθηκε με όρκο να της δώσει ότι του ζητήσει. Η Ηρωδιάδα, η μητέρα της, που μισούσε τον Ιωάννη, βρήκε τότε την ευκαιρία που αναζητούσε όπου προέτρεψε τότε την κόρη της να ζητήσει το κεφάλι του προφήτου Ιωάννη μέσα σ’ ένα πινάκιο (πιάτο) (Ματθαίος 14,3-11. Μάρκος 6,17-29). Έτσι ακολούθησε ο αποκεφαλισμός.
Ο Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος βρήκε μαρτυρικό θάνατο και παρέδωσε τη ψυχή του στον Κύριο. Το σώμα του ενταφιάστηκε από τους μαθητές του (Ματθαίος 14,12. Μάρκος 6,29), ενώ πήγαν να αναγγείλουν το θλιβερό γεγονός στον Ιησού (Ματθαίος 14,12). Η κεφαλή του μετά από εντολή της Ηρωδιάδας, ενταφιάστηκε κοντά στο ανάκτορο του Ηρώδη στη Μαχαιρούντα, όπου βρέθηκε από δύο μοναχούς που είδαν τον Άγιο στο όνειρό τους. Η κεφαλή του Αγίου Ιωάννη χάθηκε άλλες δύο φορές και όταν βρέθηκε μεταφέρθηκε οριστικά στην Κωνσταντινούπολη.

Ο Ιωάννης ο Πρόδρομος συγκαταλέχθηκε στην χορεία των μεγάλων Αγίων της Εκκλησίας μας και η εκκλησία μας τιμάει τη μνήμη του στις 7 Ιανουαρίου. Αξίζει να σημειωθεί πως στις δεήσεις και στις προσευχές, η εκκλησία αναφέρει πάντα το όνομα του Αγίου μετά την Παναγία και βρίσκεται πάνω από κάθε άλλο Άγιο της Εκκλησίας μας, σύμφωνα με το λόγο του Κυρίου “Αλήθεια σας λέω δεν έχει εγερθεί μεταξύ των γεννημένων από γυναίκες μεγαλύτερος από τον Ιωάννη το Βαπτιστή” (Ματθ. 11,11). Αναγνωρίζεται ως ό μεγαλύτερος των Προφητών όπως αναφέρεται στο Απολυτίκιο του. Ονομάστηκε Βαπτιστής του λαού και του Χριστού στον Ιορδάνη ποταμό. Υπήρξε Μάρτυρας γιατί αποκεφαλίστηκε επισφραγίζοντας το έργο του με το αίμα του. Υπήρξε μέγας ασκητής τής ερήμου, τρεφόμενος με ακρίδες και μέλι άγριο, σαν να ήταν πουλί. Γι’ αυτό σε πολλές εικόνες τής βυζαντινής αγιογραφίας ο Άγιος εικονίζεται με δυο φτερά φυτρωμένα στους ώμους του και την επιγραφή “το πτηνόν της ερήμου”. Εικονίζεται στα εικονοστάσια των Ναών (τέμπλο) κατά κανόνα αριστερά του Κυρίου. Η Εκκλησία βγάζει ειδική μερίδα στην Αγία Πρόθεση στο όνομα του. Κάθε Τρίτη είναι υμνολογικά αφιερωμένη στη μνήμη του.

πηγη

απο Πενταποσταγμα